Τι σημαίνει το bucket στο Αγγλικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης bucket στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του bucket στο Αγγλικά.
Η λέξη bucket στο Αγγλικά σημαίνει κουβάς, κουβάς, κάδος, <div></div><div>(<i>β' συνθετικό</i>: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλό<i>βαθμος</i>, χαμηλό<i>βαθμος</i>κλπ.)</div>, κύπελλο, τρέχω, βάζω κτ σε κουβά, τα χώνω, βρέχει καρεκλοπόδαρα, σταγόνα στον ωκεανό, ασήμαντος, αδιάφορος, σταγόνα στον ωκεανό, επιθυμίες, στρογγυλή καρέκλα, αρπάγη, παγωνιέρα, τα τινάζω, τα κακαρώνω. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης bucket
κουβάςnoun (container for liquid) (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) Using buckets to make sand castles at the beach is fun. Είναι διασκεδαστικό να χρησιμοποιούμε κουβάδες για να φτιάχνουμε κάστρα από άμμο στην παραλία. |
κουβάςnoun (amount one bucket holds) (ποσότητα) (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) We need one more bucket of water to fill the pool. |
κάδοςnoun (scoop on tractor, digger) (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) The bucket attaches to the tractor's loader arms. |
<div></div><div>(<i>β' συνθετικό</i>: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλό<i>βαθμος</i>, χαμηλό<i>βαθμος</i>κλπ.)</div>noun (US (rotor blade) |
κύπελλοnoun (AU, NZ (container for ice cream) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) I bought a bucket of vanilla ice cream for us all to share. |
τρέχω(UK (travel quickly) (μεταφορικά) (ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) The car was bucketing along the road. |
βάζω κτ σε κουβάtransitive verb (put [sth] in bucket) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Bucket the shells and bring them back to the house. |
τα χώνωtransitive verb (AU, slang (criticize harshly) (αργκό, μτφ: σε κπ) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
βρέχει καρεκλοπόδαραphrasal verb, intransitive (informal, figurative (rain heavily) (μεταφορικά) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Don't forget your umbrella - it's bucketing down out there. |
σταγόνα στον ωκεανόnoun (US, informal, figurative (amount: trivial) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) The U.S. needs to redevelop passenger rail; Amtrak funding is just a drop in the bucket. Οι ΗΠΑ πρέπει να αναπτύξουν εκ νέου τους επιβατικούς σιδηρόδρομους· η χρηματοδότηση της Amtrak είναι απλώς σταγόνα στον ωκεανό. |
ασήμαντος, αδιάφοροςnoun (US, informal, figurative ([sth]: inconsequential) (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) |
σταγόνα στον ωκεανόnoun (UK, figurative, informal (amount: trivial) (μεταφορικά) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) The money I give to charity is a drop in the ocean compared to some people. Τα χρήματα που δίνω σε φιλανθρωπίες είναι σταγόνα στον ωκεανό σε σύγκριση με κάποιους άλλους. |
επιθυμίεςnoun (slang (things you wish to do before dying) (ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους και είτε χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό, π.χ. οι γιορτές (χρονική περίοδος), είτε αναφέρεται στον πληθυντικό για την ορθή απόδοση του μεταφραζόμενου όρου.) Swimming with dolphins is on Susan's bucket list. Το να κολυμπήσει με δελφίνια είναι ένα από τα πράγματα που θέλει να κάνει η Σούζαν πριν πεθάνει. |
στρογγυλή καρέκλαnoun (rounded chair) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Our car has two bucket seats in the front, and a bench seat in the back. |
αρπάγηnoun (mechanical engineering: dredging device) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
παγωνιέραnoun (receptacle for chilling drinks) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
τα τινάζω, τα κακαρώνωverbal expression (slang, figurative (die) (αργκό) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Did you hear that her grandfather kicked the bucket? |
Ας μάθουμε Αγγλικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του bucket στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.
Σχετικές λέξεις του bucket
Συνώνυμα
Ενημερωμένες λέξεις του Αγγλικά
Γνωρίζετε για το Αγγλικά
Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.