Τι σημαίνει το curse στο Αγγλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης curse στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του curse στο Αγγλικά.

Η λέξη curse στο Αγγλικά σημαίνει κατάρα, κατάρα, οι Ρώσοι, καταριέμαι, βρίζω, βρίζω, βρισιά, καταριέμαι την τύχη μου. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης curse

κατάρα

noun (evil spell)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
In the end, it turns out that the ogre was under a curse.
ⓘΑυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Οι παλαιότεροι πίστευαν πως οι αρρώστιες έρχονταν από κατάρες που τους βάραιναν.

κατάρα

noun (figurative (bad luck) (μεταφορικά)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
I always lose at games; it's a curse.
Πάντα χάνω στα παιχνίδια, είναι κατάρα.

οι Ρώσοι

noun (figurative, slang (menstruation) (αργκό)

Mary calls her period "the curse."
ⓘΑυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Όταν της έρχεται περίοδος, η ξαδερφή μου λέει πως «ήρθαν οι Ρώσοι».

καταριέμαι

transitive verb (cast an evil spell on)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Witches in fairy tales are always cursing people.
Οι μάγισσες στα παραμύθια πάντα καταριούνται διάφορους ανθρώπους.

βρίζω

intransitive verb (US, informal (swear: use obscene language)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
Gay cursed loudly when she dropped a hammer on her toe.
Η Γκέι έβρισε δυνατά όταν έριξε ένα σφυρί στο δάχτυλο του ποδιού της.

βρίζω

(US, informal (swear at: use obscene language)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Perry cursed at the driver who swerved in front of him.
Ο Πέρυ έβρισε τον οδηγό που έστριψε απότομα μπροστά του.

βρισιά

noun (obscene language)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
People will think you are ignorant and ill mannered if you use curse words extensively. Swear words are the first thing you want to learn in another language - and the last thing you should use.

καταριέμαι την τύχη μου

verbal expression (informal, figurative (feel unlucky)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

Ας μάθουμε Αγγλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του curse στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.

Σχετικές λέξεις του curse

Γνωρίζετε για το Αγγλικά

Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.