Τι σημαίνει το juntos στο ισπανικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης juntos στο ισπανικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του juntos στο ισπανικά.

Η λέξη juntos στο ισπανικά σημαίνει μαζί, μαζί, κοντινός, σε σχέση με, μαζί, που είναι κοντά, ενωμένος, ομαδοποιημένος, συγκεντρωμένος, κολλητά, κοινός, στο πλάι, κοντά σε κτ, δίπλα σε κτ, μαζί με, σε, μαζί με, διπλανός, πλαϊνό μέρος, δίπλα στον τάφο, δίπλα δίπλα, δίπλα-δίπλα, δίπλα σε κπ/κτ, ο ένας πάνω στον άλλο, σε συνδυασμό με, συνδυαστικά, ένα τσικ, δίπλα, σε συνεργασία με, δίπλα σε ακτή λίμνης, δίπλα σε, σε συνδυασμό με, κατά μήκος, σε συνδυασμό, δίπλα σε κτ/κπ, τοποθετώ το ένα δίπλα στο άλλο, βάζω στην σειρά, παρακολουθώ, κατασκοπεύω, παντρεύω, στην άκρη του δρόμου, δίπλα στο δρόμο, στο πλάι της πισίνας, δίπλα στην αποβάθρα, ο ένας πάνω στον άλλο με κπ, δίπλα στο πεζοδρόμιο, κοντά σε, δίπλα σε, μαζί με, δίπλα σε, αγκαλιάζω, συνδυάζω κτ με κτ, περνάω, περνώ, δίπλα σε, δίπλα σε κπ/κτ, παρακολούθηση, σε. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης juntos

μαζί

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Tenemos a toda la familia junta.
Έχουμε μαζί μας όλη την οικογένεια.

μαζί

adjetivo

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Agrupó las flores juntas en un ramo.
Έβαλε όλα τα λουλούδια μαζί σε ένα μάτσο.

κοντινός

adjetivo

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)

σε σχέση με

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Junto a los otros hombres no parece tan bajito.
Δεν φαίνεται τόσο κοντός συγκριτικά με τους άλλους άνδρες.

μαζί

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Esa chica tiene más cerebro que todos sus hermanos juntos.
Αυτή η κοπέλα έχει περισσότερο μυαλό από όλα τα αδέρφια της μαζί.

που είναι κοντά

adjetivo

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

ενωμένος

(μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.)
Unidos, los dos grupos pudieron llegar mucho más lejos que individualmente.

ομαδοποιημένος, συγκεντρωμένος

(μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.)

κολλητά

(bailar, coloquial)

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)

κοινός

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
Gracias al esfuerzo conjunto, Peter y Lucy lograron elaborar una deliciosa comida para sus invitados.

στο πλάι

(φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.)
A mi perro le gusta correr a mi lado cuando voy en bicicleta.

κοντά σε κτ, δίπλα σε κτ

Hay un bebedero por la cancha de tenis.
Υπάρχει ένας καταψύκτης κοντά στο γήπεδο του τένις.

μαζί με

Skylar tiene suerte de poder trabajar con su padre.
Ο Σκάιλαρ είναι τυχερός που εργάζεται μαζί με τον πατέρα του.

σε

(πρόθεση: Συνδυάζεται με επίρρημα ή ουσιαστικό και φανερώνει τρόπο, χρόνο, τόπο κλπ, π.χ. έρχομαι από το σχολείο, πηγαίνω προς το σπίτι κλπ.)
Ellos compraron una casa en un lago.
Αγόρασαν ένα σπίτι δίπλα στη λίμνη.

μαζί με

Katie va a ir con Nora.
Η Κέιτι θα πάει μαζί με τη Νόρα.

διπλανός

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
Mis abuelos viven en la siguiente casa.
Οι παππούδες μου ζουν στο διπλανό σπίτι.

πλαϊνό μέρος

El lado de la casa es un lugar divertido para jugar.

δίπλα στον τάφο

locución adjetiva

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)

δίπλα δίπλα

(φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.)
Los dos módulos están en yuxtaposición pero no interconectados, y tienen fuentes de alimentación independientes.

δίπλα-δίπλα

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Estaban sentados uno al lado del otro.

δίπλα σε κπ/κτ

ο ένας πάνω στον άλλο

locución adverbial (μεταφορικά, καθομιλουμένη)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

σε συνδυασμό με, συνδυαστικά

locución preposicional

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Los tomates junto con el chile es lo que le da sabor a la salsa.
Οι ντομάτες σε συνδυασμό με τις πιπεριές τσίλι είναι που δίνουν στη σάλτσα τη γεύση της.

ένα τσικ

(καθομιλουμένη)

(φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.)

δίπλα

locución preposicional

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Nuestro campamento de pesca está junto al lago.

σε συνεργασία με

locución preposicional

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
El partido de fútbol fue organizado por el club junto con el concejo local.
Ο ποδοσφαιρικός αγώνας οργανώθηκε από τη λέσχη σε συνεργασία με το τοπικό συμβούλιο.

δίπλα σε ακτή λίμνης

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)

δίπλα σε

Conservo una linterna junto a mi cama.
Κρατάω ένα φακό δίπλα (or: πλάι) στο κρεβάτι μου.

σε συνδυασμό με

locución preposicional

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
El mal tiempo, junto con el encarecimiento del combustible, fue devastador para los agricultores.

κατά μήκος

(πρόθεση: Συνδυάζεται με επίρρημα ή ουσιαστικό και φανερώνει τρόπο, χρόνο, τόπο κλπ, π.χ. έρχομαι από το σχολείο, πηγαίνω προς το σπίτι κλπ.)
Dimos un paseo por el sendero que corre a lo largo del río.

σε συνδυασμό

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Estoy trabajando en un nuevo plan de negocio junto con mi socio.

δίπλα σε κτ/κπ

La casa junto al campo de golf tiene una gran vista.
Το σπίτι δίπλα στο γήπεδο του γκολφ έχει υπέροχη θέα.

τοποθετώ το ένα δίπλα στο άλλο, βάζω στην σειρά

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Colocó las dos prendas una al lado de la otra para poder compararlas mejor.

παρακολουθώ, κατασκοπεύω

locución verbal

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Miembros de la policía se apostaron junto a la casa del sospechoso para cazarlo en un descuido.

παντρεύω

(μεταφορικά)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Desde su punto de vista, la tecnología debe estar unida al diseño.
Κατά τη γνώμη του, τα τεχνολογικά προϊόντα θα πρέπει να συνδυάζουν αρμονικά και έναν ωραίο σχεδιασμό.

στην άκρη του δρόμου, δίπλα στο δρόμο

locución preposicional

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

στο πλάι της πισίνας

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)

δίπλα στην αποβάθρα

locución preposicional

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)

ο ένας πάνω στον άλλο με κπ

locución adverbial (μεταφορικά, καθομιλουμένη)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

δίπλα στο πεζοδρόμιο

(πιο γενικό)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

κοντά σε

Encontró una moneda cerca de su pie.
ⓘEsta oración no es una traducción de la original. Κοντά στα πόδια της, βρήκε ένα κέρμα.

δίπλα σε

locución preposicional

Junto a la carretera había un hombre vendiendo cacahuetes.
Δίπλα στον δρόμο ένας άνδρας πουλούσε φιστίκια.

μαζί με

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Vicky fue al club nocturno, junto con su amiga Cheryl.
Η Βίκη πήγε στο νυχτερινό κέντρο μαζί με τη φίλη της τη Σέριλ.

δίπλα σε

El baño de al lado de la habitación viene equipado con ducha y jacuzzi.

αγκαλιάζω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Nancy se acurrucó con su muñeca favorita y se quedó dormida.

συνδυάζω κτ με κτ

περνάω, περνώ

(από κάτι, μπροστά από κπ/κτ)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
Es difícil pasar por un espejo y no mirar tu reflejo.
Είναι δύσκολο να περάσεις από έναν καθρέφτη χωρίς να κοιτάξεις το είδωλό σου.

δίπλα σε

(κοντά σε)

Las llaves están ahí junto a la puerta.
Τα κλειδιά είναι εκεί πέρα, δίπλα στην πόρτα.

δίπλα σε κπ/κτ

παρακολούθηση

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

σε

(πρόθεση: Συνδυάζεται με επίρρημα ή ουσιαστικό και φανερώνει τρόπο, χρόνο, τόπο κλπ, π.χ. έρχομαι από το σχολείο, πηγαίνω προς το σπίτι κλπ.)
Mi perro siempre se sienta junto a mi silla y me pide las sobras.

Ας μάθουμε ισπανικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του juntos στο ισπανικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο ισπανικά.

Γνωρίζετε για το ισπανικά

Τα ισπανικά (español), επίσης γνωστή ως Castilla, είναι μια γλώσσα της ιβηρορομανικής ομάδας των ρομανικών γλωσσών και η 4η πιο κοινή γλώσσα στον κόσμο σύμφωνα με ορισμένες πηγές, ενώ άλλες την αναφέρουν ως 2η ή 3η πιο κοινή γλώσσα. Είναι η μητρική γλώσσα περίπου 352 εκατομμυρίων ανθρώπων και ομιλείται από 417 εκατομμύρια άτομα όταν προσθέτουμε τους ομιλητές της ως γλώσσα. δευτερεύουσα (εκτιμάται το 1999). Τα ισπανικά και τα πορτογαλικά έχουν πολύ παρόμοια γραμματική και λεξιλόγιο· Ο αριθμός παρόμοιου λεξιλογίου αυτών των δύο γλωσσών είναι έως και 89%. Τα ισπανικά είναι η κύρια γλώσσα 20 χωρών σε όλο τον κόσμο. Υπολογίζεται ότι ο συνολικός αριθμός των ομιλητών της Ισπανικής είναι μεταξύ 470 και 500 εκατομμύρια, καθιστώντας τα δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο ως προς τον αριθμό των φυσικών ομιλητών.