Τι σημαίνει το move on στο Αγγλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης move on στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του move on στο Αγγλικά.

Η λέξη move on στο Αγγλικά σημαίνει πάω αλλού, πάω παρακάτω, προχωρώ παραπέρα, προχωράω, προχωρώ, απομακρύνω, πλησιάζω με σκοπό να επιτεθώ, εγκαθίσταμαι μαζί, την πέφτω σε κπ, κάνω γρήγορα. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης move on

πάω αλλού

phrasal verb, intransitive (go elsewhere)

I've really enjoyed my time in Rome, but now it's time for me to move on.
Πραγματικά πέρασα πολύ καλά στη Ρώμη, αλλά ήρθε η ώρα να πάω αλλού.

πάω παρακάτω

phrasal verb, intransitive (informal, figurative (accept change) (μεταφορικά)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Roger is ready to move on after his divorce.
Μετά το διαζύγιό του ο Ρότζερ είναι έτοιμος να πάει παρακάτω.

προχωρώ παραπέρα

phrasal verb, intransitive (figurative (take up new activity, subject) (μεταφορικά)

If everyone understands that now, let's move on.
Αν το κατάλαβαν όλοι, ας προχωρήσουμε παραπέρα.

προχωράω, προχωρώ

(figurative (progress to) (μεταφορικά)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
After the children have mastered addition they will move on to division.
Αφού μάθουν καλά την πρόσθεση, τα παιδιά θα προχωρήσουν στη διαίρεση.

απομακρύνω

phrasal verb, transitive, separable (often passive (compel to go elsewhere)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
They went to the park, but once more the police moved them on.
Πήγαν στο πάρκο αλλά γι' ακόμα μια φορά η αστυνομία τους έδιωξε.

πλησιάζω με σκοπό να επιτεθώ

(move closer to attack or capture)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
When the signal was given the police quickly moved in on the suspect and arrested him.

εγκαθίσταμαι μαζί

(intrude)

The salesman lost customers when a competitor moved in on his territory.

την πέφτω σε κπ

(make advances to) (μεταφορικά)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
He was about to move in on her when her boyfriend returned.

κάνω γρήγορα

verbal expression (informal (hurry up)

Ας μάθουμε Αγγλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του move on στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.

Σχετικές λέξεις του move on

Γνωρίζετε για το Αγγλικά

Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.