Τι σημαίνει το placer στο Γαλλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης placer στο Γαλλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του placer στο Γαλλικά.

Η λέξη placer στο Γαλλικά σημαίνει τοποθετώ, διορίζω, στέλνω, τοποθετώ, τοποθετώ, βάζω, τοποθετώ, βάζω, στέλνω, βρίσκομαι, τοποθετώ, ποντάρω, αναθέτω την επιμέλεια κπ στην πρόνοια, τοποθετώ, παρουσιάζω σε διάγραμμα, επισημαίνω, κρατώ την μπάλα για την εκκίνηση, φυτεύω, τοποθετώ, τοποθετώ, βάζω, βάζω κπ να κοιμηθεί, προσχωματικό κοίτασμα, δίνω κπ σε ίδρυμα, τοποθετώ, επενδύω, τοποθετώ, ασφαλίζω, ρυθμίζω τον τόνο, τοποθετώ, βάζω, παίρνω θέση, απομονώνω, παρακολουθώ, κατασκοπεύω, κατάσχω, ο χρόνος που περνά το μωρό μπρούμυτα, εμπιστεύομαι, βάζω στην φυλακή, φυλακίζω, αρθρώνω λέξη, στηρίζω τις ελπίδες μου σε κάτι, δίνω τα συμφραζόμενα για κτ, τοποθετώ, βάζω, τοποθετώ μπροστά από, προχωρώ,πηγαίνω μπροστά, βάζω σε καραντίνα, τοποθετώ την μπάλα στον μικρό πάσσαλο, παραπετώ, χάνω, στρώνω κτ από κάτω, εισάγω σε ίδρυμα, εγκλείω σε ίδρυμα, στέλνω κπ σε κτ, δημιουργώ υπόστρωμα με κτ, συναγωνίζομαι, μπαίνω μαθητευόμενος σε κτ, με βάζουν μαθητευόμενο σε κτ, βάζω κοριό σε κτ, κηδεμονία, τερματίζω στην τρίτη θέση, ισιώνω, φυτεύω, παραχωρώ, βρίσκομαι σε κατάσταση, βρίσκομαι σε θέση, τοποθετώ κτ σε αυτόκλειστο. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης placer

τοποθετώ

verbe transitif (un enfant : foyer, adoption)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
L'enfant a été placé dans une famille d'une autre ville.

διορίζω

verbe transitif (emploi)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
L'agence pour l'emploi l'a placé presque immédiatement.

στέλνω

verbe transitif (Sports)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Il a placé la balle dans l'angle supérieur droit du filet.

τοποθετώ

verbe transitif (un enfant,...)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Les travailleurs sociaux ont placé l'enfant dans une famille d'accueil.

τοποθετώ, βάζω

verbe transitif

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Hal plaça l'arme dans son coffret.

τοποθετώ, βάζω

verbe transitif

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Il a placé le livre sur l'étagère.
Τοποθέτησε (or: Έβαλε) το βιβλίο στο ράφι.

στέλνω

verbe transitif (dans une école, institution)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Ils l'ont placée dans l'une des plus prestigieuses écoles du pays.

βρίσκομαι

verbe transitif (κπ/κτ βρίσκεται κάπου)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
L'usine était située à l'extérieur de la ville.
Το εργοστάσιο βρισκόταν έξω από την πόλη.

τοποθετώ

verbe transitif

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Un anachronisme est quelque chose situé à une période à laquelle il n'appartient pas.

ποντάρω

verbe transitif

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Je crois que je vais mettre (or: placer) vingt dollars sur cette jument. Je pense qu'elle va gagner.

αναθέτω την επιμέλεια κπ στην πρόνοια

verbe transitif (un enfant)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

τοποθετώ

verbe transitif

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

παρουσιάζω σε διάγραμμα

verbe transitif (sur un graphique)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

επισημαίνω

verbe transitif (sur un graphique) (σε γράφημα)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Bonnie plaça les points sur un graphique.
Η Μπόνι επισήμανε τα σημεία στη γραφική παράσταση.

κρατώ την μπάλα για την εκκίνηση

verbe transitif (Sports)

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)
L'arbitre plaça la balle entre les deux adversaires.
Ο διαιτητής κράτησε τη μπάλα ανάμεσα στους δυο αντίπαλους παίκτες για την εκκίνηση.

φυτεύω

verbe transitif (μεταφορικά)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Lonnie a placé une balle au cœur de la cible.

τοποθετώ

verbe transitif (Éducation)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Il a été placé dans le programme d'apprentissage accéléré.

τοποθετώ, βάζω

verbe transitif (Sports)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
L'arbitre a placé le ballon trop près du but pour le penalty.

βάζω κπ να κοιμηθεί

verbe transitif (dans une chambre) (σε κτ)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Les jeunes voyageurs avaient été placés dans la dernière voiture passagers.
Έβαλαν τους νεαρούς ταξιδιώτες να κοιμηθούν στο τελευταίο βαγόνι.

προσχωματικό κοίτασμα

nom masculin (Géologie)

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)

δίνω κπ σε ίδρυμα

verbe transitif

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

τοποθετώ

verbe transitif

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
L'antenne de téléphonie mobile avait été placée (or: avait été positionnée) près de l'école, d'où la colère des parents.

επενδύω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Ça lui semblait être une bonne affaire, alors Ben a investi toutes ses économies.
Φαινόταν καλή ευκαιρία και έτσι ο Μπεν επένδυσε τις αποταμιεύσεις όλης του της ζωής.

τοποθετώ

verbe transitif

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Nous voulons installer nos bureaux dans un endroit bien accessible aux transports en commun.
ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Τοποθέτησε την πολυθρόνα σε αυτή την πλευρά του δωματίου.

ασφαλίζω

verbe transitif

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
La machine peut-être rangée (or: placée) dans sa boîte pour le voyage.

ρυθμίζω τον τόνο

verbe transitif (la voix)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Si tu poses (or: places) ta voix dans les graves, tu auras l'air plus sérieux.

τοποθετώ, βάζω, παίρνω θέση

verbe pronominal

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

απομονώνω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

παρακολουθώ, κατασκοπεύω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

κατάσχω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Η εφορία κατάσχεσε το σπίτι του για οφειλές προς το δημόσιο.

ο χρόνος που περνά το μωρό μπρούμυτα

locution verbale

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)

εμπιστεύομαι

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Tu peux me faire confiance.

βάζω στην φυλακή, φυλακίζω

verbe transitif

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
En attendant son procès, le présumé coupable a été placé derrière les barreaux.

αρθρώνω λέξη

locution verbale (familier) (μεταφορικά)

(ρηματική έκφραση: Συνδυασμός βοηθητικού ρήματος και ουσιαστικού, επιθέτου ή μετοχής, π.χ. γίνομαι γιατρός, είμαι ψηλός, είμαι κουρασμένος κλπ.)
Elle monopolisait la conversation, je ne pouvais pas en placer une !
Μιλούσε τόσο πολύ που δε μπορούσα να αρθρώσω λέξη.

στηρίζω τις ελπίδες μου σε κάτι

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

δίνω τα συμφραζόμενα για κτ

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

τοποθετώ, βάζω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

τοποθετώ μπροστά από

verbe transitif (κυριολεκτικά)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Vers l'âge de trois mois, les bébés commencent à fixer leur regard sur les objets qui sont placés devant eux. Il a placé l'assiette de biscuits devant sa mère.
Σε 3 μήνες περίπου τα μωρά αρχίζουν να επικεντρώνουν τα μάτια τους σε αντικείμενα που τοποθετούνται μπροστά τους. Τοποθέτησε το πιάτο με τα μπισκότα μπροστά στη μητέρα του.

προχωρώ,πηγαίνω μπροστά

(κυριολεκτικά)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
Σας παρακαλώ, αφήστε τις γυναίκες και τα παιδιά να πάνε μπροστά στη σειρά. Απλά κάνε κλικ σε μια καρτέλα για να κάνεις ένα άλλο παράθυρο να πάει μπροστά.

βάζω σε καραντίνα

verbe transitif

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Quand j'ai emmené mon chien à l'étranger, le gouvernement local l'a mis en quarantaine pendant des semaines pour des évaluations médicales.

τοποθετώ την μπάλα στον μικρό πάσσαλο

locution verbale (Golf) (γκολφ)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Scott était en train de placer la balle sur le tee quant il entendit un cri provenant de l'autre côté du terrain de golf.
Ο Σκοτ ετοιμαζόταν για το εναρκτήριο λάκτισμα, όταν άκουσε μια κραυγή από την απέναντι πλευρά του γηπέδου.

παραπετώ, χάνω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
J'ai mal placé ma confiance dans mon mari qui me trompe.

στρώνω κτ από κάτω

(sous une moquette)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Placer une thibaude sous un tapis le rendra plus durable.

εισάγω σε ίδρυμα, εγκλείω σε ίδρυμα

(une personne âgée)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

στέλνω κπ σε κτ

locution verbale

Le maréchal plaça ses troupes en garnison dans et autour de la ville.
Ο στρατάρχης τοποθέτησε τους στρατιώτες τους μέσα στην πόλη και γύρω από αυτήν.

δημιουργώ υπόστρωμα με κτ

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
De précieux dépôts de charbon étaient placés sous le sol.
Στη γη, είχε δημιουργηθεί υπόστρωμα με πολύτιμα κοιτάσματα γαιάνθρακα.

συναγωνίζομαι

locution verbale

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)

μπαίνω μαθητευόμενος σε κτ, με βάζουν μαθητευόμενο σε κτ

verbe transitif

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Plusieurs garçons de la famille ont été placés en apprentissage (or: placés comme apprentis) dans l'entreprise.
Αρκετά από τα αγόρια της οικογένειας μπήκαν μαθητευόμενα στο εργοστάσιο.

βάζω κοριό σε κτ

locution verbale

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Le FBI avait placé des micros dans le bureau pour attraper le suspect.
Το FBI έβαλε κοριό στο γραφείο για να συλλάβει τον ύποπτο.

κηδεμονία

verbe transitif (France, courant) (για ανηλίκους)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Les enfants ont été placés.

τερματίζω στην τρίτη θέση

verbe pronominal (Hippisme)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
On s'attendait à ce que le cheval se place troisième dans la course.

ισιώνω

locution verbale

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Justine plaça les trois cadres de photo au même niveau (or: à la même hauteur).
ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Ίσιωσε τις τρεις κορνίζες.

φυτεύω

verbe transitif (μεταφορικά)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
La mafia a placé le corps dans la voiture de Jerry pour le faire accuser.

παραχωρώ

verbe transitif (un territoire)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Les Britanniques ont remis Hong Kong sous mandat à la Chine en 1997.

βρίσκομαι σε κατάσταση, βρίσκομαι σε θέση

locution verbale

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
À cause du désastre, l'organisation a été placée dans une telle situation qu'elle n'a pas pu payer pour le festival cette année-là.
Λόγω της καταστροφής, ο οργανισμός βρέθηκε σε κατάσταση αδυναμίας να πληρώσει το φεστιβάλ φέτος.

τοποθετώ κτ σε αυτόκλειστο

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

Ας μάθουμε Γαλλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του placer στο Γαλλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Γαλλικά.

Σχετικές λέξεις του placer

Γνωρίζετε για το Γαλλικά

Γαλλικά (le français) είναι μια ρομανική γλώσσα. Όπως τα ιταλικά, τα πορτογαλικά και τα ισπανικά, προέρχεται από τα δημοφιλή λατινικά, που κάποτε χρησιμοποιήθηκαν στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Ένα γαλλόφωνο άτομο ή χώρα μπορεί να ονομαστεί «γαλλόφωνος». Τα γαλλικά είναι η επίσημη γλώσσα σε 29 χώρες. Τα γαλλικά είναι η τέταρτη πιο ομιλούμενη μητρική γλώσσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τα γαλλικά κατατάσσονται στην τρίτη θέση στην ΕΕ, μετά τα αγγλικά και τα γερμανικά, και είναι η δεύτερη πιο ευρέως διδασκόμενη γλώσσα μετά τα αγγλικά. Η πλειοψηφία του γαλλόφωνου πληθυσμού του κόσμου ζει στην Αφρική, με περίπου 141 εκατομμύρια Αφρικανούς από 34 χώρες και περιοχές που μπορούν να μιλούν γαλλικά ως πρώτη ή δεύτερη γλώσσα. Τα γαλλικά είναι η δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη γλώσσα στον Καναδά, μετά τα αγγλικά, και οι δύο είναι επίσημες γλώσσες σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Είναι η πρώτη γλώσσα 9,5 εκατομμυρίων ανθρώπων ή το 29% και η δεύτερη γλώσσα 2,07 εκατομμυρίων ανθρώπων ή το 6% του συνόλου του πληθυσμού του Καναδά. Σε αντίθεση με άλλες ηπείρους, τα γαλλικά δεν έχουν δημοτικότητα στην Ασία. Επί του παρόντος, καμία χώρα στην Ασία δεν αναγνωρίζει τα γαλλικά ως επίσημη γλώσσα.