Τι σημαίνει το próximo στο ισπανικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης próximo στο ισπανικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του próximo στο ισπανικά.

Η λέξη próximo στο ισπανικά σημαίνει επερχόμενος, επικείμενος, προσεχής, επόμενος, εγγύς, ερχόμενος, προσεχής, επόμενος, επερχόμενος, πλησιέστερος, κοντινότερος, επιφυλάσσει το μέλλον, άμεσος, επόμενος, κοντινός, στενός, επόμενος, ερχόμενος, τον επόμενο μήνα, εξ επαφής, όμοιος, κοινός, επόμενος, ακόλουθος, γειτονικός, μελλοντικός, κοντινός, βολικός, επερχόμενος, επικείμενος, κοντά, κοντινός, όμοιος, παρόμοιος, κοντινός, κάνω το επόμενο βήμα, αρκετά κοντά σε σχέση με, την Δευτέρα, την Κυριακή, στο όριο, στα πρόθυρα, στο άμεσο μελλον, στο άμεσο μέλλον, νεώτερη ειδοποίηση, ερχόμενος χρόνος, επόμενος χρόνος, επόμενο βήμα, δίπλα σε κτ/κπ, την Δευτέρα, την Κυριακή. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης próximo

επερχόμενος, επικείμενος

(μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.)
Kyle fue a comprar algunas provisiones para los próximos acontecimientos.
Ο Κάυλ πήγε να αγοράσει μερικές προμήθειες για τις προσεχείς εκδηλώσεις.

προσεχής

(στο άμεσο μέλλον)

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
La compañía está ensayando todos los días para su próxima obra.

επόμενος

adjetivo

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
Lo tendré el próximo lunes.

εγγύς

adjetivo

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)

ερχόμενος, προσεχής, επόμενος

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
¿Qué vas a hacer la próxima semana?
Τι κάνεις την ερχόμενη εβδομάδα;

επερχόμενος

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
Corrimos para alcanzar el próximo tren.

πλησιέστερος, κοντινότερος

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
La próxima estación de servicio está a una milla.

επιφυλάσσει το μέλλον

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

άμεσος

adjetivo

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
Haré el trabajo en un futuro próximo.
Θα κάνω τη δουλειά στο προσεχές μέλλον.

επόμενος

adjetivo

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
Vamos a visitar a la familia en la próxima Navidad.
Θα επισκεφτούμε τους συγγενείς μας τα επόμενα Χριστούγεννα.

κοντινός, στενός

(μεταφορικά)

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
Reunió a sus amigos más próximos para contarles de su compromiso.

επόμενος, ερχόμενος

(μετοχή ενεστώτα: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. υπογράφων, υπογράφουσα, υπογράφον κλπ.)
Espero ansioso trabajar contigo en las semanas próximas.
Ανυπομονώ για τη συνεργασία μας τις επόμενες εβδομάδες.

τον επόμενο μήνα

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
La deuda vence el próximo 31.

εξ επαφής

adjetivo (πυροβολισμός)

(φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.)
A pesar de los controles el asesino pudo entrar una pistola a la conferencia de prensa y disparó al presidente desde una distancia cercana.

όμοιος, κοινός

adjetivo

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
Los posturas de ambos sobre la historia son sumamente próximas.

επόμενος, ακόλουθος

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
El siguiente programa les será ofrecido por nuestro patrocinador.
Το επόμενο (or: ακόλουθο) πρόγραμμα είναι μια ευγενική προσφορά του χορηγού μας.

γειτονικός

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
El pueblo vecino está a sólo dos millas.

μελλοντικός

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
Los proyectos comerciales futuros deben incluir un presupuesto.
Τα μελλοντικά επαγγελματικά σχέδια πρέπει να περιλαμβάνουν προϋπολογισμό.

κοντινός

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
JIm fue a una escuela cercana.
Ο Τζιμ πήγαινε σε ένα γειτονικό σχολείο.

βολικός

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
La compañía tiene instalaciones de cuidado infantil accesibles en las instalaciones.
Η εταιρεία έχει ένα βολικό παιδικό σταθμό στις εγκαταστάσεις της.

επερχόμενος, επικείμενος

adjetivo

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
La venidera (or: próxima) crisis del petróleo amenaza la economía.
Η επερχόμενη πετρελαϊκή κρίση απειλεί την οικονομία.

κοντά

(μεταφορικά: στο χρόνο)

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
Las uvas están madurando: la cosecha está a la vuelta de la esquina.

κοντινός

locución adjetiva (figurado)

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
Era un tiro a de cerca y no había manera de que el policía erre.
Ήταν μια κοντινή βολή, ο αστυνόμος ήταν αδύνατον να αστοχήσει.

όμοιος, παρόμοιος

adjetivo

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
Su filosofía es cercana a la de Roger, quien fue su maestro y mentor.
ⓘEsta oración no es una traducción de la original. Έχουμε παρεμφερείς απόψεις για θέματα διαπαιδαγώγησης.

κοντινός

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
Guarda un parecido exacto (OR: fiel) con el cuadro original.

κάνω το επόμενο βήμα

(μεταφορικά)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Después de un año de salir juntos, decidieron jugársela y casarse.

αρκετά κοντά σε σχέση με

locución adjetiva

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
La distribución es suficientemente próxima a la normal, para estudiarla podemos considerarla como tal.

την Δευτέρα

locución adverbial (frml) (ερχόμενη)

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
El próximo lunes, se inaugura la nueva sucursal.

την Κυριακή

locución adverbial (formal) (ερχόμενη)

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
El próximo domingo iremos al teatro los cuatro.

στο όριο, στα πρόθυρα

locución adjetiva (με γενική)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Los alpinistas siempre están a punto de perder el control.

στο άμεσο μελλον

locución adverbial

(φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.)

στο άμεσο μέλλον

(φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.)
No tengo planeado viajar en el futuro inmediato; mi madre está enferma y me necesita a su lado.

νεώτερη ειδοποίηση

El restaurante estará cerrado hasta próximo aviso.
Το εστιατόριο θα παραμείνει κλειστό μέχρι νεωτέρας.

ερχόμενος χρόνος, επόμενος χρόνος

Planea dar la vuelta al mundo el año próximo.

επόμενο βήμα

Ya quitamos el empapelado viejo y alisamos las paredes, el próximo paso es pintarlas.

δίπλα σε κτ/κπ

La casa junto al campo de golf tiene una gran vista.
Το σπίτι δίπλα στο γήπεδο του γκολφ έχει υπέροχη θέα.

την Δευτέρα

locución adverbial (frml) (προηγούμενη)

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
El lunes próximo pasado se inició el ciclo lectivo en todo el país.

την Κυριακή

locución adverbial (formal) (προηγούμενη)

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
El domingo próximo pasado, en la ciudad de Buenos Aires, se realizó el acto inaugural.

Ας μάθουμε ισπανικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του próximo στο ισπανικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο ισπανικά.

Σχετικές λέξεις του próximo

Γνωρίζετε για το ισπανικά

Τα ισπανικά (español), επίσης γνωστή ως Castilla, είναι μια γλώσσα της ιβηρορομανικής ομάδας των ρομανικών γλωσσών και η 4η πιο κοινή γλώσσα στον κόσμο σύμφωνα με ορισμένες πηγές, ενώ άλλες την αναφέρουν ως 2η ή 3η πιο κοινή γλώσσα. Είναι η μητρική γλώσσα περίπου 352 εκατομμυρίων ανθρώπων και ομιλείται από 417 εκατομμύρια άτομα όταν προσθέτουμε τους ομιλητές της ως γλώσσα. δευτερεύουσα (εκτιμάται το 1999). Τα ισπανικά και τα πορτογαλικά έχουν πολύ παρόμοια γραμματική και λεξιλόγιο· Ο αριθμός παρόμοιου λεξιλογίου αυτών των δύο γλωσσών είναι έως και 89%. Τα ισπανικά είναι η κύρια γλώσσα 20 χωρών σε όλο τον κόσμο. Υπολογίζεται ότι ο συνολικός αριθμός των ομιλητών της Ισπανικής είναι μεταξύ 470 και 500 εκατομμύρια, καθιστώντας τα δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο ως προς τον αριθμό των φυσικών ομιλητών.