Τι σημαίνει το regarding στο Αγγλικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης regarding στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του regarding στο Αγγλικά.
Η λέξη regarding στο Αγγλικά σημαίνει σχετικά, θεωρώ, θεωρώ, παρατηρώ, αφορώ, εκτιμώ, σέβομαι, προσοχή, φροντίδα, εκτίμηση, υπόληψη, χαιρετίσματα, χαιρετισμούς, εγωκεντρικός, αυτοθεωρούμενες αντιλήψεις. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης regarding
σχετικάpreposition (concerning) (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) They received 500 letters of complaint regarding the drama's violent scenes. Δέχτηκαν 500 επιστολές διαμαρτυρίας σχετικά με τις σκηνές βίας του έργου. |
θεωρώ(look upon) (κάποιον κάτι) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) He regarded him as a hero. Τον θεωρούσε ήρωα. |
θεωρώ(think of) (κάτι ως κάτι άλλο) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) She regards it as an exception to the rule. Το αντιμετωπίζει ως μια εξαίρεση του κανόνα. |
παρατηρώtransitive verb (formal (watch, observe) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) He regarded her movements with interest. Παρατηρούσε τις κινήσεις της με ενδιαφέρον. |
αφορώtransitive verb (archaic (concern) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) This letter regards your recent behaviour. Η επιστολή αφορά την πρόσφατη συμπεριφορά σου. |
εκτιμώ, σέβομαιtransitive verb (esteem) (κάποιον άλλο) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) She is regarded very highly by her boss. Χαίρει μεγάλης εκτίμησης από το αφεντικό της. |
προσοχή, φροντίδαnoun (consideration) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) The doctor is liked and respected for the regard she shows for her patients' welfare. Η γιατρός χαίρει συμπάθειας και σεβασμού λόγω της προσοχής που δείχνει για το καλό των ασθενών της. |
εκτίμηση, υπόληψηnoun (esteem) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) She is held in high regard. Χαίρει υψηλής εκτίμησης. |
χαιρετίσματαplural noun (best wishes) (ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και είτε χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό, π.χ. τα κάλαντα, είτε αναφέρεται στον πληθυντικό για την ορθή απόδοση του μεταφραζόμενου όρου.) He sends you his regards. ⓘΑυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Κύριε πρόεδρε, έχετε χαιρετισμούς από τον κ. Παπαδόπουλο. |
χαιρετισμούςexpression (written (closing: letter, email, etc) (ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους και είτε χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό, π.χ. οι Ολυμπιακοί (αγώνες), είτε αναφέρεται στον πληθυντικό για την ορθή απόδοση του μεταφραζόμενου όρου.) Regards, Mike Με φιλικούς χαιρετισμούς, Μάικ |
εγωκεντρικόςadjective (focused on yourself) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) |
αυτοθεωρούμενες αντιλήψειςplural noun (beliefs centred on oneself) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
Ας μάθουμε Αγγλικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του regarding στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.
Σχετικές λέξεις του regarding
Συνώνυμα
Ενημερωμένες λέξεις του Αγγλικά
Γνωρίζετε για το Αγγλικά
Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.