Τι σημαίνει το regard στο Αγγλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης regard στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του regard στο Αγγλικά.

Η λέξη regard στο Αγγλικά σημαίνει θεωρώ, θεωρώ, παρατηρώ, αφορώ, εκτιμώ, σέβομαι, προσοχή, φροντίδα, εκτίμηση, υπόληψη, χαιρετίσματα, χαιρετισμούς, εκτιμώ, σέβομαι, υψηλή εκτίμηση, ιδιαίτερη εκτίμηση, έχω σε υψηλή εκτίμηση, έχω σε ιδιαίτερη εκτίμηση, υπό αυτό το πρίσμα, σέβομαι, αυτοσεβασμός, σχετικά με, αναφορικά με, αδιάφορα. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης regard

θεωρώ

(look upon) (κάποιον κάτι)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
He regarded him as a hero.
Τον θεωρούσε ήρωα.

θεωρώ

(think of) (κάτι ως κάτι άλλο)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
She regards it as an exception to the rule.
Το αντιμετωπίζει ως μια εξαίρεση του κανόνα.

παρατηρώ

transitive verb (formal (watch, observe)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
He regarded her movements with interest.
Παρατηρούσε τις κινήσεις της με ενδιαφέρον.

αφορώ

transitive verb (archaic (concern)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
This letter regards your recent behaviour.
Η επιστολή αφορά την πρόσφατη συμπεριφορά σου.

εκτιμώ, σέβομαι

transitive verb (esteem) (κάποιον άλλο)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
She is regarded very highly by her boss.
Χαίρει μεγάλης εκτίμησης από το αφεντικό της.

προσοχή, φροντίδα

noun (consideration)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
The doctor is liked and respected for the regard she shows for her patients' welfare.
Η γιατρός χαίρει συμπάθειας και σεβασμού λόγω της προσοχής που δείχνει για το καλό των ασθενών της.

εκτίμηση, υπόληψη

noun (esteem)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
She is held in high regard.
Χαίρει υψηλής εκτίμησης.

χαιρετίσματα

plural noun (best wishes)

(ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και είτε χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό, π.χ. τα κάλαντα, είτε αναφέρεται στον πληθυντικό για την ορθή απόδοση του μεταφραζόμενου όρου.)
He sends you his regards.
ⓘΑυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Κύριε πρόεδρε, έχετε χαιρετισμούς από τον κ. Παπαδόπουλο.

χαιρετισμούς

expression (written (closing: letter, email, etc)

(ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους και είτε χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό, π.χ. οι Ολυμπιακοί (αγώνες), είτε αναφέρεται στον πληθυντικό για την ορθή απόδοση του μεταφραζόμενου όρου.)
Regards, Mike
Με φιλικούς χαιρετισμούς, Μάικ

εκτιμώ, σέβομαι

verbal expression (respect)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
I have great regard for my parents' achievements.

υψηλή εκτίμηση, ιδιαίτερη εκτίμηση

noun (great esteem, respect)

έχω σε υψηλή εκτίμηση, έχω σε ιδιαίτερη εκτίμηση

verbal expression (have great respect for)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

υπό αυτό το πρίσμα

expression (concerning what was just mentioned)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

σέβομαι

verbal expression (respect)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
The old professor was regarded with esteem by his fellow faculty members.

αυτοσεβασμός

noun (respect for yourself)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)

σχετικά με, αναφορικά με

expression (concerning)

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
I am writing to you with regard to your son's behaviour in class.
Σας γράφω σχετικά με τη συμπεριφορά του γιου σας στην τάξη.

αδιάφορα

expression (with no concern for)

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
He kept talking loudly on his cell phone without regard to the other theater patrons.

Ας μάθουμε Αγγλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του regard στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.

Σχετικές λέξεις του regard

Γνωρίζετε για το Αγγλικά

Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.