Τι σημαίνει το receiving στο Αγγλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης receiving στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του receiving στο Αγγλικά.

Η λέξη receiving στο Αγγλικά σημαίνει λαμβάνω, παίρνω, παίρνω ως δώρο, παίρνω, έχω σήμα, λαμβάνω, παίρνω, καταδικάζομαι σε κτ, λαμβάνω, αναλαμβάνω, μαθαίνω, λαμβάνω, παίρνω, αποδέχομαι, δέχομαι, υποδέχομαι, παθαίνω, κάνω εισαγωγή, φιλοξενώ, τρώω ξύλο, τις τρώω, παθαίνω ζημιά, δέχομαι αρνητική κριτική, λαμβάνω την θεία Κοινωνία, λαμβάνω οδηγίες, παίρνω οδηγίες, λαμβάνω οδηγίες, παίρνω οδηγίες, λαμβάνω την θεία Κοινωνία, δέχομαι αρνητική κριτική. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης receiving

λαμβάνω, παίρνω

transitive verb (get, take)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Yes, I received the package yesterday.
Ναι, έλαβα (or: πήρα) το δέμα χτες.

παίρνω ως δώρο

transitive verb (be given: a gift)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
The girl received a doll for her birthday.
Το κορίτσι έλαβε ως δώρο για τα γενέθλιά της μια κούκλα.

παίρνω

transitive verb (be granted)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
He received a promotion at work.
Πήρε προαγωγή.

έχω σήμα

transitive verb (get: radio or TV signal) (ραδιόφωνο, τηλεόραση)

(ρηματική έκφραση: Συνδυασμός βοηθητικού ρήματος και ουσιαστικού, επιθέτου ή μετοχής, π.χ. γίνομαι γιατρός, είμαι ψηλός, είμαι κουρασμένος κλπ.)
Can you receive the TV signal from New York at your house?
Πιάνεις τα κανάλια της Νέας Υόρκης σπίτι σου;

λαμβάνω

intransitive verb (radio: make contact)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Houston, are you receiving?
Χιούστον, λαμβάνεις;

παίρνω

transitive verb (be paid: money)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
He receives a good salary for his hard work.

καταδικάζομαι σε κτ

transitive verb (be sentenced to: punishment)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
The criminal received a life sentence.
Επιβλήθηκε ποινή ισόβιας κάθειρξης στον εγκληματία.

λαμβάνω

transitive verb (title)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
He was honoured to receive the title of "Knight" from the queen.

αναλαμβάνω

transitive verb (bear weight of: [sth])

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
The pillars receive all the weight, not the walls.
Τα υποστυλώματα σηκώνουν όλο το φορτίο, όχι οι τοίχοι.

μαθαίνω, λαμβάνω, παίρνω

transitive verb (be informed of: [sth]) (τα νέα)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
She received the news of her son's death on Tuesday.
Πληροφορήθηκε το θάνατο του γιου της την Τρίτη.

αποδέχομαι

transitive verb (handle: stolen goods)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Receiving stolen goods is a crime.

δέχομαι

transitive verb (accept: members)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
We only receive new members in the spring.

υποδέχομαι

transitive verb (greet)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Would you stand by the door to receive the guests?

παθαίνω

transitive verb (experience)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
I received such a shock when I saw him again!

κάνω εισαγωγή

transitive verb (admit: [sb])

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
The hospital received him as a patient yesterday afternoon.
Χτες το απόγευμα έγινε η εισαγωγή του στο νοσοκομείο.

φιλοξενώ

transitive verb (guest: accommodate)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
We would be happy to receive you at our home during your visit to our town.

τρώω ξύλο, τις τρώω

verbal expression (be beaten, damaged) (μεταφορικά)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

παθαίνω ζημιά

verbal expression (be beaten, damaged)

Our garden shed took a battering in the hurricane.

δέχομαι αρνητική κριτική

verbal expression (figurative (suffer)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
The film got a battering from critics.

λαμβάνω την θεία Κοινωνία

verbal expression (Christianity: take the Eucharist)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Receiving communion is a symbolic way to participate in Christ's last supper.

λαμβάνω οδηγίες, παίρνω οδηγίες

verbal expression (be told what to do)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
William's a know-it-all who refuses to receive instruction from anybody.

λαμβάνω οδηγίες, παίρνω οδηγίες

verbal expression (be taught)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
He's receiving instruction on how to play the piano.

λαμβάνω την θεία Κοινωνία

verbal expression (Christianity: take communion)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
When he was attending primary school he received the Sacrament for the first time.

δέχομαι αρνητική κριτική

verbal expression (figurative, informal (be attacked verbally, in writing)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
The movie took a bashing from the critics.
Οι κριτικοί έθαψαν την ταινία.

Ας μάθουμε Αγγλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του receiving στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.

Σχετικές λέξεις του receiving

Γνωρίζετε για το Αγγλικά

Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.