Τι σημαίνει το laundry στο Αγγλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης laundry στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του laundry στο Αγγλικά.

Η λέξη laundry στο Αγγλικά σημαίνει άπλυτα, μπουγάδα, καθαριστήριο, εγκαταστάσεις πλυντηρίου, άπλυτα, τα άπλυτα, καλάθι για τα άπλυτα, βόρακας για τα ρούχα, μέρα μπουγάδας, μακρύς κατάλογος, πλυντήριο ρούχων, πλυσταριό, καθαριστήριο, απορρυπαντικό ρούχων, υπάλληλος πλυντηρίου. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης laundry

άπλυτα

noun (items to be washed) (ρούχα για πλύσιμο)

Put your laundry in the hamper.
Βάλε τα άπλυτά σου σου στο καλάθι.

μπουγάδα

noun (chore: the wash, washing) (το πλύσιμο)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
On Sundays, I do laundry.
Τις Κυριακές βάζω πλυντήριο.

καθαριστήριο

noun (business that cleans clothes) (επιχείρηση)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
The laundry on the corner does a good job with my shirts.
Το καθαριστήριο στη γωνία κάνει καλή δουλειά με τα πουκάμισά μου.

εγκαταστάσεις πλυντηρίου

noun (room for washing clothes) (χώρος πλυντηρίων)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
The hospital's laundry is located on the third floor.
Οι εγκαταστάσεις πλυντηρίου του νοσοκομείου βρίσκονται στον τρίτο όροφο.

άπλυτα

noun (linen and clothes to be washed)

Place your dirty laundry into the washing machine.

τα άπλυτα

noun (figurative (unsavoury private business) (μεταφορικά: προσωπικές υποθέσεις)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
It's impolite to air one's dirty laundry in public.
Είναι αγένεια να βγάζεις στη φόρα τα άπλυτα του άλλου.

καλάθι για τα άπλυτα

noun (container for clothes and linen)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
The laundry basket is overflowing; it's time to wash some clothes!

βόρακας για τα ρούχα

noun (detergent for clothes and linen) (πλύσιμο)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

μέρα μπουγάδας

noun (weekday on which items are laundered)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

μακρύς κατάλογος

noun (figurative (lengthy, random list of items)

The criminal was arrested on a laundry list of charges.

πλυντήριο ρούχων

noun (appliance: washer-dryer)

(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.)

πλυσταριό

noun (utility room)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
The kitchen's a bit small but at least there's a laundry room.
Η κουζίνα είναι λίγο μικρή, τουλάχιστον, όμως, υπάρχει ένα πλυσταριό.

καθαριστήριο

noun (clothes-washing business)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)

απορρυπαντικό ρούχων

noun (washing detergent)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
I need to buy laundry soap so I can wash my clothes.

υπάλληλος πλυντηρίου

noun ([sb] who washes clothes for a living)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
The laundry workers have ruined all my best bed linen.

Ας μάθουμε Αγγλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του laundry στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.

Σχετικές λέξεις του laundry

Γνωρίζετε για το Αγγλικά

Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.