Τι σημαίνει το correo στο ισπανικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης correo στο ισπανικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του correo στο ισπανικά.
Η λέξη correo στο ισπανικά σημαίνει ταχυδρομείο, ταχυδρομείο, ταχυδρομείο, αλληλογραφία, ταχυδρομείο, ταχυδρομική υπηρεσία φύλαξης της αλληλογραφίας και των δεμάτων ενός πελάτη, αλληλογραφία, αλληλογραφία, ταχυδρομείο, κούριερ, ταχυδρομείο, ηλεκτρονική διεύθυνση, email, μήνυμα, Ταχυδρομική Υπηρεσία, αεροπορικό ταχυδρομείο, αεροπορικό ταχυδρομείο, χαρτικά αεροπορικής αλληλογραφίας, mail, email, e-mail, ταχυδρομώ, στέλνω με email, στέλνω, ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, στέλνω, ταχυδρομώ, Listserv, καθ' οδόν, με αεροπορικό ταχυδρομείο, ταχυδρομικώς, ταχυδρομικώς, email, διαφημιστικό υλικό που στέλνεται μαζικά, ανεπιθύμητη αλληλογραφία, που στέλνει ανεπιθύμητα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, αποστολή ανεπιθύμητων μηνυμάτων, τηλεφωνητής, εξερχόμενα, ταχυδρομικός σάκος, προακύρωση γραμματόσημου, διαφημιστικό ταχυδρομείο, ψηφοφόρος κατ' εξουσιοδότηση, ταχυδρομικό σύστημα, συστημένη επιστολή, ανεπιθύμητη αλληλογραφία, ταχυδρομική παραγγελία, ταχυδρομική διεύθυνση, ταχυδρομική θυρίδα, ταχυδρομική θυρίδα, ταχυδρομείο, αεροπορικώς, πολλαπλή αποστολή, φάκελος ανεπιθύμητων μηνυμάτων, εσωτερική αλληλογραφία, κατάλογος ταχυδρομικής παραγγελίας, νύφη κατά παραγγελία, μαζική αποστολή, νυχτερινό τηλεγράφημα που παραδίδεται την επομένη, εξωτερική διεύθυνση, ταχυδρομική επιστολή με παράδοση την επομένη, μηνύματα μίσους, ταχυδρομική αποστολή με μέσα επιφανείας, συστημένο με απόδειξη παραλαβής, εισερχόμενη αλληλογραφία, μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείο, υπηρεσία για email, υπηρεσία ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, διαφημιστικό φυλλάδιο, <div></div><div>(<i>β' συνθετικό</i>: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλό<i>βαθμος</i>, χαμηλό<i>βαθμος</i>κλπ.)</div>, αεροπορική επιστολή, ταχυδρομείο που αποστέλλεται με μέσα επιφανείας, παραγγέλνω, προακυρώνω γραμματόσημο, ταχυδρομικός, άμεσο μήνυμα, στέλνω ανεπιθύμητα ηλεκτρονικά μηνύματα, στέλνω με email, στέλνω ανεπιθύμητα ηλεκτρονικά μηνύματα σε κπ, στέλνω με email, στέλνω με email, στέλνω με το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, στέλνω, συστημένο με απόδειξη παραλαβής, εξπρές, γράμματα των φαν, γράμματα από τους θαυμαστές. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης correo
ταχυδρομείοnombre masculino (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) El correo no ha llegado aún. Δεν έφτασε ακόμη το ταχυδρομείο. |
ταχυδρομείο(AR, MX) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Voy al correo a enviar este paquete a mi hermano. Πάω στο ταχυδρομείο να στείλω αυτό το δέμα στον αδερφό μου. |
ταχυδρομείο
(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) En otros países el correo es muy lento. Η ταχυδρομική υπηρεσία σε άλλες χώρες είναι πολύ αργή. |
αλληλογραφία
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Dejé el correo de hoy encima de la mesa. Άφησα τη σημερινή αλληλογραφία στο τραπέζι. |
ταχυδρομείοnombre masculino (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) La factura sale en el correo de hoy. Ο λογαριασμός θα σταλεί με το σημερινό ταχυδρομείο. |
ταχυδρομική υπηρεσία φύλαξης της αλληλογραφίας και των δεμάτων ενός πελάτη
(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.) Fui al correo a mandar una carta. |
αλληλογραφίαnombre masculino (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) ¿Puedes revisar el correo de hoy por si ha llegado la carta del banco? Μπορείς να δεις αν είναι η επιστολή από την τράπεζα στη σημερινή αλληλογραφία; |
αλληλογραφία
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
ταχυδρομείοnombre masculino (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) El correo es lento en las áreas rurales. Το ταχυδρομείο καθυστερεί στις αγροτικές περιοχές. |
κούριερ
(ουσιαστικό αρσενικό/θηλυκό άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού ή θηλυκού γένους και δεν κλίνεται, π.χ. ρόκερ, ντιτζέι κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.) Se acaba de ir un mensajero con el paquete. |
ταχυδρομείο
(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) |
ηλεκτρονική διεύθυνση
Cometí un error en la dirección de correo electrónico de George, así que no recibió mi correo. |
(ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.) Si me pasas tu dirección de correo electrónico, yo te mando una invitación. ⓘEsta oración no es una traducción de la original. Μην ξεχάσετε να συμπληρώσετε τη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου σας στην αίτησή σας. |
μήνυμα(voz inglesa) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) No puedo creer cuántos e-mails tengo en mi bandeja de entrada. Δεν μπορώ να πιστέψω πόσα μηνύματα (or: μέιλ) παίρνω στο ηλεκτρονικό μου ταχυδρομείο. |
Ταχυδρομική Υπηρεσία
El gobierno está pensando en privatizar correos. Η κυβέρνηση σχεδιάζει να ιδιωτικοποιήσει την Ταχυδρομική Υπηρεσία. |
αεροπορικό ταχυδρομείοlocución nominal masculina |
αεροπορικό ταχυδρομείοlocución nominal masculina |
χαρτικά αεροπορικής αλληλογραφίας
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
mail, email, e-mail
(ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.) Mi computadora hace un sonido para notificarme que tengo correo electrónico. Ο υπολογιστής μου κάνει έναν ήχο κάθε φορά που έχω mail. |
ταχυδρομώ
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Hoy voy a mandar una carta. Θα στείλω το γράμμα σήμερα ταχυδρομικά (or: μέσω ταχυδρομείου). |
στέλνω με email
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Por favor, envíame el archivo. Σε παρακαλώ στείλε μου το αρχείο με email. |
στέλνω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) ¿Puedes mandarme los detalles? Μπορείς να μου στείλεις ηλεκτρονικά (or: μέσω email) τις λεπτομέρειες; |
ηλεκτρονικό ταχυδρομείο(voz inglesa) |
στέλνω, ταχυδρομώ
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Tienes que despachar el paquete antes de que salga el tren. |
Listserv(voz inglesa, ®) (ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.) |
καθ' οδόνlocución adverbial (για ταχυδρομική αποστολή) (φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) Mi solicitud está ya en el correo y por lo tanto debería recibirla pronto. |
με αεροπορικό ταχυδρομείοlocución adverbial (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) La carta tiene que estar allí mañana: envíala por avión. |
ταχυδρομικώςlocución adverbial (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Parece que mandar una carta por correo es una cosa anticuada. |
ταχυδρομικώςlocución adverbial (λόγιος, καθομιλουμένη) (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) ¿Me lo puedes mandar o por fax o por correo? |
(ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.) Recibí un correo electrónico de John con las instrucciones para la fiesta. ⓘEsta oración no es una traducción de la original. Θα λάβετε απάντηση με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. |
διαφημιστικό υλικό που στέλνεται μαζικά
(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.) Recibimos un correo masivo de la aseguradora el otro día. Τις προάλλες λάβαμε διαφημιστικό υλικό για μια ασφάλεια ζωής. |
ανεπιθύμητη αλληλογραφίαlocución nominal masculina (a través de Internet) El correo electrónico que me mandaste fue categorizado por error como correo basura. Το email που έστειλες πήγε κατά λάθος στην ανεπιθύμητη αλληλογραφία. |
που στέλνει ανεπιθύμητα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) No abras ningún mensaje de una persona que envía correo basura. |
αποστολή ανεπιθύμητων μηνυμάτων
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Me di de baja del boletín por los correos no deseados de la compañía. |
τηλεφωνητής(συσκευή) (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) |
εξερχόμενα(AmL) (ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και είτε χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό, π.χ. τα κάλαντα, είτε αναφέρεται στον πληθυντικό για την ορθή απόδοση του μεταφραζόμενου όρου.) |
ταχυδρομικός σάκος
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
προακύρωση γραμματόσημου(AmL) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
διαφημιστικό ταχυδρομείο(marketing) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) La efectividad de la publicidad por correo directo depende de la calidad de la lista de correos. |
ψηφοφόρος κατ' εξουσιοδότηση
(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) En algunos lugares, si el ganador lo es por una gran mayoría, no se hace recuento de las papeletas de los votantes por correo. |
ταχυδρομικό σύστημα
(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) |
συστημένη επιστολή(γράμμα) (φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.) Recomendamos que los artículos de valor se envíen por correo certificado. Θα ήθελα να στείλω αυτό το πακέτο ως συστημένο, παρακαλώ. |
ανεπιθύμητη αλληλογραφία
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Tengo unos filtros de correo basura excelentes, así que rara vez me llega correo basura. ⓘEsta oración no es una traducción de la original. Έχω βάλει ειδικά φίλτρα κι έτσι σπάνια λαμβάνω ανεπιθύμητη αλληλογραφία. Το 90% των μηνυμάτων μας είναι συνήθως ανεπιθύμητη αλληλογραφία και μόνο το 10% είναι χρήσιμα. |
ταχυδρομική παραγγελία
La compra por correo ha encontrado una dura competencia en la era de las compras por Internet. |
ταχυδρομική διεύθυνση
Dame tu dirección de correo y te lo envío enseguida. |
ταχυδρομική θυρίδα(AR) (Τ.Θ.) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Preferiría que me hiciera el envío a mi casilla de correo en lugar de a casa. |
ταχυδρομική θυρίδα
(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.) Fedex no acepta apartados de correos como dirección de entrega. H FedEx δεν παραδίδει δέματα σε διευθύνσεις με ταχυδρομική θυρίδα. |
ταχυδρομείο
(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) La mayoría de las facturas me las mandan por correo electrónico, pero los impuestos llegan por correo común. |
αεροπορικώςnombre masculino (ταχυδρομείο: υπηρεσία) (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Antes, el método más rápido para recibir correspondencia era el correo aéreo. |
πολλαπλή αποστολή(email) |
φάκελος ανεπιθύμητων μηνυμάτων
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
εσωτερική αλληλογραφίαnombre masculino Mándamelo por correo interno por favor. |
κατάλογος ταχυδρομικής παραγγελίας
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Aquí tiene el catálogo de venta por correo, por si necesita encargarnos algún producto. |
νύφη κατά παραγγελία(μειωτικό) (φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.) |
μαζική αποστολή(πολλοί παραλήπτες) |
νυχτερινό τηλεγράφημα που παραδίδεται την επομένηnombre masculino (β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.) |
εξωτερική διεύθυνση(correo electrónico) |
ταχυδρομική επιστολή με παράδοση την επομένη(correo) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
μηνύματα μίσους
(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) |
ταχυδρομική αποστολή με μέσα επιφανείας
(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.) |
συστημένο με απόδειξη παραλαβής
(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) |
εισερχόμενη αλληλογραφία
|
μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείοlocución adverbial (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Enviaré la invitación por correo electrónico. |
υπηρεσία για email, υπηρεσία ηλεκτρονικού ταχυδρομείου
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) El servidor se ha caído y estamos sin correo electrónico. Ο εξυπηρετητής μας δε λειτουργεί και δεν έχουμε υπηρεσία για email (or: υπηρεσία ηλεκτρονικού ταχυδρομείου). |
διαφημιστικό φυλλάδιο
|
<div></div><div>(<i>β' συνθετικό</i>: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλό<i>βαθμος</i>, χαμηλό<i>βαθμος</i>κλπ.)</div>
|
αεροπορική επιστολή(ταχυδρομείο) |
ταχυδρομείο που αποστέλλεται με μέσα επιφανείας(αλληλογραφία ή δέμα) (φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) |
παραγγέλνωlocución verbal (μέσω ταχυδρομείου) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Solicité por correo unas camisetas personalizadas. |
προακυρώνω γραμματόσημοlocución verbal (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
ταχυδρομικός(material) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) Los sobres de correo vienen en varios tamaños estándar. Οι ταχυδρομικοί φάκελοι βγαίνουν σε διάφορα στάνταρ μεγέθη. |
άμεσο μήνυμα
|
στέλνω ανεπιθύμητα ηλεκτρονικά μηνύματα
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Muchas compañías se ven tentadas a enviar correo basura porque no tiene costos. Πολλές εταιρείες μπαίνουν στον πειρασμό να στείλουν σπαμ γιατί δε στοιχίζει τίποτα. |
στέλνω με email(επικοινωνώ με υπολογιστή) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Mañana te enviaré un correo electrónico con los detalles. Θα σου στείλω τις λεπτομέρειες με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. |
στέλνω ανεπιθύμητα ηλεκτρονικά μηνύματα σε κπ
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Después de que compré un libro ahí empezaron a enviarme correo basura. Αφότου αγόρασα ένα βιβλίο, άρχισαν να μου με |
στέλνω με email(algo a alguien) (κάτι σε κάποιον) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Te enviaré la dirección por correo electrónico. Θα σου στείλω τις οδηγίες με email. |
στέλνω με email, στέλνω με το ηλεκτρονικό ταχυδρομείοlocución verbal (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Les enviaré por correo electrónico las facturas a nuestros clientes. Θα στείλω τα τιμολόγια σε όλους τους πελάτες μας με email. |
στέλνω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Mandé la carta hoy. Έστειλα το γράμμα σήμερα. |
συστημένο με απόδειξη παραλαβής
(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) |
εξπρές
(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Te envié tu regalo de cumpleaños por correo expreso. Έστειλα το δώρο των γενεθλίων σου εξπρές. |
γράμματα των φαν, γράμματα από τους θαυμαστές(διάσημου προσώπου) (φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) |
Ας μάθουμε ισπανικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του correo στο ισπανικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο ισπανικά.
Σχετικές λέξεις του correo
Ενημερωμένες λέξεις του ισπανικά
Γνωρίζετε για το ισπανικά
Τα ισπανικά (español), επίσης γνωστή ως Castilla, είναι μια γλώσσα της ιβηρορομανικής ομάδας των ρομανικών γλωσσών και η 4η πιο κοινή γλώσσα στον κόσμο σύμφωνα με ορισμένες πηγές, ενώ άλλες την αναφέρουν ως 2η ή 3η πιο κοινή γλώσσα. Είναι η μητρική γλώσσα περίπου 352 εκατομμυρίων ανθρώπων και ομιλείται από 417 εκατομμύρια άτομα όταν προσθέτουμε τους ομιλητές της ως γλώσσα. δευτερεύουσα (εκτιμάται το 1999). Τα ισπανικά και τα πορτογαλικά έχουν πολύ παρόμοια γραμματική και λεξιλόγιο· Ο αριθμός παρόμοιου λεξιλογίου αυτών των δύο γλωσσών είναι έως και 89%. Τα ισπανικά είναι η κύρια γλώσσα 20 χωρών σε όλο τον κόσμο. Υπολογίζεται ότι ο συνολικός αριθμός των ομιλητών της Ισπανικής είναι μεταξύ 470 και 500 εκατομμύρια, καθιστώντας τα δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο ως προς τον αριθμό των φυσικών ομιλητών.