Τι σημαίνει το carta στο ισπανικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης carta στο ισπανικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του carta στο ισπανικά.

Η λέξη carta στο ισπανικά σημαίνει μενού, γράμμα, χαρτί, φύλλο, χάρτης, χαρτιά, επιστολή, παιγνιόχαρτο, τραπουλόχαρτο, μήνυμα, επιστολή, κατάλογος, αυτό που πιστεύω, καταστατικό, επιστολικός, επιστολογραφικός, αεροπορική επιστολή, πρώτο φύλλο, πρώτο χαρτί, αλακάρτ, κατά παραγγελία, γραφική ύλη, συνοδευτική επιστολή, πρότυπη επιστολή, Διακήρυξη των Ανθρώπινων Δικαιωμάτων, επαγγελματική αλληλογραφία, επαγγελματική αλληλογραφία, εν λευκώ, ελευθερία κινήσεων, ερωτικό γράμμα, ανοιχτή επιστολή, Μάγκνα Κάρτα, ιεραρχία, προσωπική αλληλογραφία, ειδοποιητήριο απόλυσης, επιστολή μίσους, μετεωρολογικός χάρτης, χαρτί, χαρτί αλληλογραφίας, επιστολή που υπογράφεται από πολλούς, επιστολή αποδοχής, επιστολή παραπόνων, επιστολή έγκρισης, αστρολογικός χάρτης, ερωτικό γράμμα, πιστωτική επιστολή, πιστοποιητικό πολιτογράφησης, συστατική επιστολή, σημείωμα αυτοκτονίας, αυτοκτονικό σημείωμα, μήνυμα αυτοκτονίας, ευχαριστήριο σημείωμα, λίστα κρασιών, ατού, έντυπο κατάθεσης, προκαταρκτική βεβαίωση ασφαλιστικής κάλυψης, ταινίες on demand, ταινίες κατά παραγγελία, στηρίζω όλες μου τις ελπίδες σε κάτι, γράφω γράμμα, κλείνω, ολοκληρώνω, τελειώνω, από τον κατάλογο, από το μενού, χαρτί αλληλογραφίας, επιστολόχαρτο, έγγραφο εξόφλησης, Διακήρυξη των Ανθρώπινων Δικαιωμάτων, επιστολή αποδοχής, αεροπορική επιστολή, κατ' επιλογή, λευκή επιταγή, κατ' επιλογή, αλυσιδωτή επιστολή, pay per view, συστατική επιστολή, εκρηκτικός μηχανισμός μέσα σε επιστολή, <div></div><div>(<i>β' συνθετικό</i>: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλό<i>βαθμος</i>, χαμηλό<i>βαθμος</i>κλπ.)</div>. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης carta

μενού

nombre femenino

(ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.)
Este restaurante no tiene almejas en la carta.
Αυτό το εστιατόριο δεν έχει αχιβάδες στο μενού (or: στον κατάλογο).

γράμμα

nombre femenino

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
Ayer recibí una carta de mi madre.
Έλαβα μια επιστολή από τη μητέρα μου χθες.

χαρτί, φύλλο

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
Elije una carta cualquiera.
Πάρε ένα φύλλο, οποιοδήποτε φύλλο.

χάρτης

(mapa)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
El capitán consultó la carta.

χαρτιά

nombre femenino (figurado) (μτφ: σχέδιο, πλάνο)

(ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και είτε χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό, π.χ. τα κάλαντα, είτε αναφέρεται στον πληθυντικό για την ορθή απόδοση του μεταφραζόμενου όρου.)

επιστολή

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

παιγνιόχαρτο, τραπουλόχαρτο

nombre femenino (de la baraja)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
El mago le pidió que escogiera una carta.
Ο μάγος της ζήτησε να διαλέξει οποιοδήποτε τραπουλόχαρτο.

μήνυμα

nombre femenino

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
Hoy recibí una carta informándome sobre mi estado de cuenta.
Έλαβα ένα μήνυμα (or: μια ειδοποίηση) σήμερα σχετικά με την κατάσταση του λογαριασμού μου.

επιστολή

(literario, carta)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

κατάλογος

(menú)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
El menú del hotel era muy escueto.

αυτό που πιστεύω

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
La apuesta de Ana es que Ned perderá.
Η Άννα πιστεύει ότι ο Νεντ θα αποτύχει.

καταστατικό

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
El acta constitutiva del club fue escrita por sus miembros fundadores.
Το καταστατικό του συλλόγου γράφτηκε από τα ιδρυτικά μέλη.

επιστολικός, επιστολογραφικός

(formal)

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
Cuidadosamente, Luke leyó la orden epistolar en voz alta.

αεροπορική επιστολή

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)

πρώτο φύλλο, πρώτο χαρτί

(naipes)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Se jugó de mano un as de corazones.
Το πρώτο φύλλο ήταν άσος κούπα.

αλακάρτ

locución adverbial

(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.)
En vez de elegir el del almuerzo, decidió elegir a la carta.
Αντί να επιλέξει το προκαθορισμένο μεσημεριανό γεύμα, αποφάσισε να παραγγείλει από τον κατάλογο.

κατά παραγγελία

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
El negocio no siempre tiene leche fresca, pero traen por encargo.
Το κατάστημα δεν έχει φρέσκο γάλα σε απόθεμα, αλλά παραγγέλνουν αν και όταν ζητηθεί.

γραφική ύλη

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)
Esta tienda vende todo tipo de material de papelería: bolis, diferentes tipos de papel, sobres y carpetas.
Αυτό το μαγαζί πουλά κάθε είδους γραφική ύλη, συμπεριλαμβανομένων στυλό, διαφορετικών ειδών χαρτιού, φακέλων και ντοσιέ.

συνοδευτική επιστολή

locución nominal femenina

Para presentarse al puesto, por favor envíe su currículum y una carta de presentación.
Για να κάνετε αίτηση για τη θέση, παρακαλώ αποστείλετε το βιογραφικό σας και μια συνοδευτική επιστολή.

πρότυπη επιστολή

Los procesadores de texto son útiles para producir modelos de cartas.

Διακήρυξη των Ανθρώπινων Δικαιωμάτων

locución nominal femenina

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Sé que la libertad de expresión está en la Carta de Derechos de los Estados Unidos.

επαγγελματική αλληλογραφία

Tengo archivos diferentes para mis cartas comerciales y mis cartas personales.

επαγγελματική αλληλογραφία

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

εν λευκώ

locución nominal femenina

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
El presidente nos dio carta blanca para que dijéramos lo que quisiéramos durante las negociaciones.

ελευθερία κινήσεων

locución nominal femenina

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Le dieron carta blanca para llevar a cabo la investigación.

ερωτικό γράμμα

(κυριολεκτικά)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Él le escribió una carta de amor todos los días mientras estuvo fuera.

ανοιχτή επιστολή

nombre femenino

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Escribió una carta pública al periódico regional sobre los atropellos en la cárcel

Μάγκνα Κάρτα

nombre femenino (Hist.)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Hoy llamamos carta magna a la constitución de un país porque el antecedente histórico de las constituciones es una carta de derechos del siglo XIII conocida como la "Carta Magna".

ιεραρχία

expresión (CL, coloquial)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Mi primer tarea en la oficina fue hacer el té; era la última carta del naipe.

προσωπική αλληλογραφία

nombre femenino

La actriz gozaba recibiendo cartas personales de sus tantos admiradores. El la época de los mensajes de texto y el correo electrónico, las cartas personales están en peligro de quedarse anticuadas.
ⓘEsta oración no es una traducción de la original. Είναι δυνατόν να διάβασες την προσωπική μου αλληλογραφία;

ειδοποιητήριο απόλυσης

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
Trabajé duro en esa empresa durante años, pero hoy me dieron la carta de despido.

επιστολή μίσους

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)
Alguien del pueblo está escribiendo cartas anónimas ofensivas a su familia.

μετεωρολογικός χάρτης

locución nominal femenina (CL)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)

χαρτί, χαρτί αλληλογραφίας

locución nominal masculina

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
Todavía es un placer recibir misivas escritas a mano en fino papel de carta.

επιστολή που υπογράφεται από πολλούς

locución nominal femenina

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)
Cada año envío una carta en cadena con mis tarjetas de navidad.

επιστολή αποδοχής

locución nominal femenina (εργασία)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Le ofrecimos el trabajo, pero todavía no hemos recibido carta de aceptación.

επιστολή παραπόνων

nombre femenino

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Presenté una carta de queja a la dirección del hospital por la pésima atención que recibimos en el servicio de urgencias.

επιστολή έγκρισης

locución nominal femenina

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)
No puedes comenzar con tu proyecto hasta tanto no recibas la carta de aprobación de la Universidad.

αστρολογικός χάρτης

ερωτικό γράμμα

Carlos le mandó una carta de amor perfumada a su enamorada.

πιστωτική επιστολή

nombre femenino (οικονομία)

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)

πιστοποιητικό πολιτογράφησης

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)

συστατική επιστολή

Para presentarme a la beca necesito tres cartas de referencia.

σημείωμα αυτοκτονίας, αυτοκτονικό σημείωμα, μήνυμα αυτοκτονίας

(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.)

ευχαριστήριο σημείωμα

No te olvides de mandarles una carta de agradecimiento.

λίστα κρασιών

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)

ατού

(χαρτοπαίγνια)

(ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.)

έντυπο κατάθεσης

locución nominal femenina

(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.)

προκαταρκτική βεβαίωση ασφαλιστικής κάλυψης

(μέχρι να εκδοθεί το ασφαλιστήριο)

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)

ταινίες on demand, ταινίες κατά παραγγελία

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

στηρίζω όλες μου τις ελπίδες σε κάτι

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Si pones todas las fichas en una misma cosa te arriesgas a perderlo todo.

γράφω γράμμα

verbo transitivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Hay personas que todavía prefieren escribir cartas.

κλείνω, ολοκληρώνω, τελειώνω

locución verbal

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
Debbie terminó la carta diciéndole a Ian cuánto lo extrañaba.
Η Ντέμπι έκλεισε λέγοντας στον Ίαν πόσο πολύ της έλειπε.

από τον κατάλογο, από το μενού

locución adjetiva

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
El restaurante ofrece una gran selección de platos a la carta.
Το εστιατόριο προσφέρει ευρεία επιλογή πιάτων από τον κατάλογο.

χαρτί αλληλογραφίας

(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.)
A Rachel le gusta comprar papel fino para cartas para escribir cartas a sus amigos.
Στην Ρέιτσελ αρέσει να αγοράζει ωραίο χαρτί αλληλογραφίας για να γράφει γράμματα στους φίλους της.

επιστολόχαρτο

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)

έγγραφο εξόφλησης

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)

Διακήρυξη των Ανθρώπινων Δικαιωμάτων

(documento internacional)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

επιστολή αποδοχής

nombre femenino (πανεπιστήμιο)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

αεροπορική επιστολή

(ταχυδρομείο)

κατ' επιλογή

locución adverbial

(φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.)
Los clientes pueden bajar música a la carta.
Η πελάτες μπορούν να κατεβάσουν τραγούδια κατ' επιλογή.

λευκή επιταγή

locución nominal femenina (MX, AR, UY) (μεταφορικά)

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)

κατ' επιλογή

locución adjetiva

(φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.)
El sitio web permite que la gente haga compras a la carta.
Σε αυτό τον ιστότοπο υπάρχει η δυνατότητα κατ' επιλογήν αγορών.

αλυσιδωτή επιστολή

locución nominal femenina

pay per view

(φράση ως επίθετο ή επιθετικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ. άτομο υψηλής νοημοσύνης, άριστης ποιότητας υλικά κλπ.)

συστατική επιστολή

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)
Tenemos una carta de recomendación de tu empleador previo, quien parece haber estado muy feliz con tu trabajo.

εκρηκτικός μηχανισμός μέσα σε επιστολή

locución nominal femenina

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)

<div></div><div>(<i>β' συνθετικό</i>: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλό<i>βαθμος</i>, χαμηλό<i>βαθμος</i>κλπ.)</div>

locución verbal

Es mi turno y voy a pedir carta.

Ας μάθουμε ισπανικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του carta στο ισπανικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο ισπανικά.

Σχετικές λέξεις του carta

Γνωρίζετε για το ισπανικά

Τα ισπανικά (español), επίσης γνωστή ως Castilla, είναι μια γλώσσα της ιβηρορομανικής ομάδας των ρομανικών γλωσσών και η 4η πιο κοινή γλώσσα στον κόσμο σύμφωνα με ορισμένες πηγές, ενώ άλλες την αναφέρουν ως 2η ή 3η πιο κοινή γλώσσα. Είναι η μητρική γλώσσα περίπου 352 εκατομμυρίων ανθρώπων και ομιλείται από 417 εκατομμύρια άτομα όταν προσθέτουμε τους ομιλητές της ως γλώσσα. δευτερεύουσα (εκτιμάται το 1999). Τα ισπανικά και τα πορτογαλικά έχουν πολύ παρόμοια γραμματική και λεξιλόγιο· Ο αριθμός παρόμοιου λεξιλογίου αυτών των δύο γλωσσών είναι έως και 89%. Τα ισπανικά είναι η κύρια γλώσσα 20 χωρών σε όλο τον κόσμο. Υπολογίζεται ότι ο συνολικός αριθμός των ομιλητών της Ισπανικής είναι μεταξύ 470 και 500 εκατομμύρια, καθιστώντας τα δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο ως προς τον αριθμό των φυσικών ομιλητών.