Τι σημαίνει το festa στο πορτογαλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης festa στο πορτογαλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του festa στο πορτογαλικά.

Η λέξη festa στο πορτογαλικά σημαίνει πάρτι, πάρτυ, ξεφάντωμα, γλέντι, φεστιβάλ, πάρτι, πάρτυ, φιέστα, φεστιβάλ, πάρτι, πάρτι, πάρτυ, σουαρέ, εορτασμός, πανηγυρισμός, φιέστα, γιορτή, διασκέδαση, φεστιβάλ, συγκέντρωση, πάρτυ, πάρτι, γεγονός, γιορταστικός, γιορτινός, εορταστικός, γιορτινός, διανυκτέρευση ενός παιδιού στο σπίτι ενός φίλου, γιορτή για καλορίζικα σπιτιού, χορός του σχολείου, πάρτυ, πάρτι, πάρτυ στη γειτονιά, πάρτυ μεταμφιεσμένων, δεξίωση γάμου, εορτασμός τέλους σοδειάς, εορτασμός τέλους σοδειάς, πιτζάμα πάρτι, δέκατα έκτα γενέθλια, γαμήλια δεξίωση, γαμήλια δεξίωση, πάρτι γενεθλίων, ψυχή του γλεντιού, τραπέζι ρεφενέ, γαμήλια δεξίωση, εθνική γιορτή του Καναδά, ρέιβ πάρτι, δείπνο μετά την πρόβα γάμου, γιορτή για τη συνταξιοδότηση, πυτζάμα πάρτι, πιτζάμα πάρτι, παρέλαση, θεματική βραδιά, γιορτή αφιερωμένη στον αρχάγγελο Μιχαήλ, αξιομνημόνευτη μέρα, αντροπαρέα, εκδήλωση όπου θα κυριαρχεί το γλύψιμο, κάνω γιορτή, χτυπώ ελαφρά, που διασκεδάζει, τραπέζι ρεφενέ, δίνω σημασία σε κπ, ενθουσιάζομαι, Υπαπαντή, πάρτυ-έκπληξη, άγριο πάρτυ, για τα καλορίζικα. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης festa

πάρτι, πάρτυ

substantivo feminino (encontro social)

(ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.)
Eu vou dar uma festa hoje à noite.
Το βράδυ θα κάνω πάρτι.

ξεφάντωμα, γλέντι

(coloquial: reunião alegre)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)

φεστιβάλ

substantivo feminino

(ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.)

πάρτι

substantivo feminino

(ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.)

πάρτυ

substantivo feminino

(ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.)

φιέστα

substantivo feminino (Ισπανική γιορτή)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

φεστιβάλ, πάρτι

(μτφ, ανεπ, ειρωνικό)

(ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.)

πάρτι

substantivo feminino

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)

πάρτυ

(ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.)

σουαρέ

substantivo feminino

(ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.)
Μπορείς να έρθεις στο σουαρέ το σαββατόβραδο;

εορτασμός, πανηγυρισμός

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)

φιέστα

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

γιορτή

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
A celebração da minha graduação foi uma festa animada que durou a noite toda.
Ο εορτασμός της αποφοίτησής μου ήταν ένα κεφάτο πάρτυ που διήρκεσε όλη τη νύχτα.

διασκέδαση

(divertir, dançar) (συχνά πληθυντικός)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

φεστιβάλ

(ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.)
O festejo realmente animou o bairro.
Το φεστιβάλ πραγματικά ζωντάνεψε τη γειτονιά.

συγκέντρωση

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
Vamos fazer um pequeno encontro na sexta, se você quiser vir.
Θα κάνουμε μια μικρή μάζωξη την Παρασκευή άμα θέλεις να έρθεις.

πάρτυ, πάρτι

(BRA: gíria)

(ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.)
Eu ouvi que haverá um grande agito para celebrar o aniversário de oitenta anos da vovó.
Ακούω πως θα γίνει ένα μεγάλο πάρτυ για να γιορτάσουμε τα 80ά γενέθλια της Γιαγιάς.

γεγονός

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
Jane comprou um vestido vermelho para o grande evento.

γιορταστικός, γιορτινός

locução adjetiva

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
A música cria uma boa atmosfera na festa.
Η μουσική δημιουργεί ωραία γιορτινή ατμόσφαιρα.

εορταστικός, γιορτινός

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)

διανυκτέρευση ενός παιδιού στο σπίτι ενός φίλου

(festa de criança)

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)
Τα αγόρια θα κοιμηθούν το βράδυ στο σπίτι του Κρις.

γιορτή για καλορίζικα σπιτιού

substantivo feminino (na nova casa)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

χορός του σχολείου

(festa escolar)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Suzie está economizando para um novo vestido para o reencontro de ex-alunos.
Η Σούζυ κάνει οικονομίες για να αγοράσει ένα καινούργιο φόρεμα για τον χορό του σχολείου.

πάρτυ, πάρτι

(evento social na casa de alguém)

(ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.)

πάρτυ στη γειτονιά

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)

πάρτυ μεταμφιεσμένων

(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.)
Τα παιδιά ντύνονται στη γιορτή του Halloween και πηγαίνουν σε πάρτυ μεταμφιεσμένων.

δεξίωση γάμου

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

εορτασμός τέλους σοδειάς

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

εορτασμός τέλους σοδειάς

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

πιτζάμα πάρτι

(pernoitar em casa de amigos)

(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.)

δέκατα έκτα γενέθλια

(BRA: aniversário de garota aos 15 anos)

(ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και είτε χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό, π.χ. τα κάλαντα, είτε αναφέρεται στον πληθυντικό για την ορθή απόδοση του μεταφραζόμενου όρου.)

γαμήλια δεξίωση

substantivo feminino (festa após uma cerimônia de casamento)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

γαμήλια δεξίωση

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
A festa de casamento será após a cerimônia na igreja. A família contratou uma banda para tocar na festa de casamento do casal.
Η γαμήλια δεξίωση θα ακολουθήσει το μυστήριο. Η οικογένεια προσέλαβε ένα συγκρότημα να παίξει στη γαμήλια δεξίωση του ζευγαριού.

πάρτι γενεθλίων

substantivo feminino

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)

ψυχή του γλεντιού

(μεταφορικά)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

τραπέζι ρεφενέ

(jantar no qual os convidados trazem alimentos para compartilhar)

(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.)

γαμήλια δεξίωση

substantivo feminino

εθνική γιορτή του Καναδά

(Dia nacional canadense)

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)

ρέιβ πάρτι

(evento de música tecno ou dance acid house)

(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.)

δείπνο μετά την πρόβα γάμου

(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.)

γιορτή για τη συνταξιοδότηση

(celebração do fim de carreira de alguém)

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)

πυτζάμα πάρτι, πιτζάμα πάρτι

substantivo feminino (dormir, passar a noite)

(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.)

παρέλαση

(procissão com carros alegóricos)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

θεματική βραδιά

(evento noturno baseado no conceito ou artifício)

γιορτή αφιερωμένη στον αρχάγγελο Μιχαήλ

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)

αξιομνημόνευτη μέρα

(data marcante)

αντροπαρέα

substantivo feminino (informal)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)

εκδήλωση όπου θα κυριαρχεί το γλύψιμο

substantivo feminino

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)

κάνω γιορτή

locução verbal

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

χτυπώ ελαφρά

(BRA, nas costas,etc.)

Becky começou a chorar e Clive deu tapinhas em seu ombro, no que ele esperava que fosse uma maneira reconfortante.
Η Μπέκυ άρχισε να κλαίει και ο Κλάιβ την άγγιξε στον ώμο με έναν όπως ήλπιζε παρηγορητικό τρόπο.

που διασκεδάζει

locução adjetiva

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Βρήκα τον δρόμο μου μέσα από τα πλήθη που ξεφάντωναν.

τραπέζι ρεφενέ

(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.)

δίνω σημασία σε κπ

(BRA:)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
O chefe trouxe seu cachorro para o trabalhar ontem e todos fizeram um fuzuê disso.
Εχτές, το αφεντικό έφερε το σκυλί του στη δουλειά και όλοι ασχολούνταν μ' αυτό.

ενθουσιάζομαι

(BRA:)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
Η Νίνα αρραβωνιάστηκε χθες! Όλες οι γυναίκες στο γραφείο το παράκαναν μιλώντας για το δαχτυλίδι της.

Υπαπαντή

expressão (cristianismo)

(κύριο ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε συγκεκριμένο πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. Μαρία, Ελλάδα, Ελληνίδα κλπ.)

πάρτυ-έκπληξη

(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.)

άγριο πάρτυ

expressão

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

για τα καλορίζικα

(comemoração)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

Ας μάθουμε πορτογαλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του festa στο πορτογαλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο πορτογαλικά.

Σχετικές λέξεις του festa

Γνωρίζετε για το πορτογαλικά

πορτογαλικά (português) είναι μια ρωμαϊκή γλώσσα εγγενής στην Ιβηρική χερσόνησο της Ευρώπης. Είναι η μόνη επίσημη γλώσσα της Πορτογαλίας, της Βραζιλίας, της Αγκόλας, της Μοζαμβίκης, της Γουινέας-Μπισάου, του Πράσινου Ακρωτηρίου. Τα Πορτογαλικά έχουν μεταξύ 215 και 220 εκατομμύρια φυσικούς ομιλητές και 50 εκατομμύρια ομιλητές δεύτερης γλώσσας, ήτοι συνολικά περίπου 270 εκατομμύρια. Τα πορτογαλικά συχνά αναφέρονται ως η έκτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, τρίτη στην Ευρώπη. Το 1997, μια ολοκληρωμένη ακαδημαϊκή μελέτη κατέταξε τα πορτογαλικά ως μία από τις 10 γλώσσες με τη μεγαλύτερη επιρροή στον κόσμο. Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία της UNESCO, τα πορτογαλικά και τα ισπανικά είναι οι ταχύτερα αναπτυσσόμενες ευρωπαϊκές γλώσσες μετά τα αγγλικά.