Τι σημαίνει το noite στο πορτογαλικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης noite στο πορτογαλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του noite στο πορτογαλικά.
Η λέξη noite στο πορτογαλικά σημαίνει νύχτα, βράδυ, βραδιά, σκοτεινή περίοδος, σκοτεινή σελίδα, μέρα, νύχτα, βράδυ, βράδυ, μεσάνυχτα, ξεπέτα, οινοθήρα, μελετώ τη νύχτα, που συμβαίνει κάθε βράδυ, βραδινός, νυχτερινός, ολονύχτιος, μαύρος σαν κατράμι, απόψε, κάθε βράδυ, τη νύχτα, κατά τη διάρκεια της νύχτας, μέσα στη νύχτα, όλη την νύχτα, μέρα-νύχτα, μέρα νύχτα, νυχθημερόν, εικοσιτέσσερεις ώρες το εικοσιτετράωρο, το βράδυ, το σούρουπο, τη νύχτα, το βράδυ, τη νύχτα, το βράδυ, τη νύχτα, κατά την διάρκεια της νύχτας, κάθε βράδυ, κάθε νύχτα, αργά το απόγευμα, χθες το βράδυ, χτες βράδυ, αργά το βράδυ, αργά τη νύχτα, εκείνο το βράδυ, εκείνη τη νύχτα, αύριο το βράδυ, αύριο βράδυ, κατά τη διάρκεια της νύχτας, απ' τη μια στιγμή στην άλλη, χθες το βράδυ, αργά το απόγευμα, όλη τη νύχτα, καθόλη τη διάρκεια της νύχτας, καληνύχτα, καλησπέρα, όνειρα γλυκά, καθημερινή, μπαρότσαρκα, ωραία βραδιά, δεξίωση γάμου, πεταλούδα της νύχτας, έξι μετά μεσημβρίας, απογευματινή βάρδια, απόψε, παραμονή Πρωτοχρονιάς, έξοδος, πρεμιέρα, το προηγούμενο βράδυ, θεματική βραδιά, νύχτα γάμου, πρώτη νύχτα του γάμου, ολονυχτία, σήμερα το βράδυ, χορεύω όλη τη νύχτα, χορεύω όλη νύχτα, χορεύω ως το ξημέρωμα, εργάζομαι αργά το βράδυ, μένω, δεν έρχομαι σπίτι, δεν γυρίζω, μένω έξω, κοιμάμαι στο σπίτι κάποιου άλλου, ολονύχτιος, συνεχής, διαρκής, ασταμάτητος, αδιάκοπος, κατάμαυρος, απόψε, τη νύχτα, για τη νύχτα, το βράδυ, για το βράδυ, σήμερα το βράδυ, χθες τη νύχτα, το προηγούμενο βράδυ, το απόγευμα, καληνύχτα, καλόν ύπνο, οχτώ η ώρα, δέκα η ώρα, εννέα και μισή, εννιά και μισή, μέσα σε μια νύχτα, μέσα σε ένα βράδυ, σε μια νύχτα, σε ένα βράδυ, το απόγευμα, απόψε, για καληνύχτα, απόψε, το όριο των 9 μ.μ., νυχτερινός, της στιγμής, καλό βράδυ, καλησπέρα. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης noite
νύχταsubstantivo feminino (horas sem luz) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Era uma noite fria e escura. Ήταν ένα κρύο, σκοτεινό βράδυ. |
βράδυsubstantivo feminino (anoitecer) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) O espetáculo de fogos de artifício começará à noite, quando o céu escurecer. Χθες το βράδυ φάγαμε σε ένα πολυτελές εστιατόριο. |
βραδιάsubstantivo feminino (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) A noite de sexta é noite de pôquer. Το βράδυ της Παρασκευής είναι βραδιά πόκερ. |
σκοτεινή περίοδος, σκοτεινή σελίδαsubstantivo feminino (figurado: desdita) (μεταφορικά) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) A Guerra Civil foi a noite da história americana. Ο Εμφύλιος Πόλεμος ήταν μια σκοτεινή περίοδος (or: μια σκοτεινή σελίδα) στην Αμερικάνικη ιστορία. |
μέραsubstantivo feminino (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Eles fizeram sua melhor performance na terça à noite. Έδωσαν την καλύτερή τους παράσταση το τρίτο βράδυ. |
νύχταsubstantivo feminino (período da noite) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
βράδυsubstantivo feminino (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Ο νεαρός δούλευε από το πρωί ως το βράδυ, χωρίς σταματημό. |
βράδυ(início da noite) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Aqui é bonito à noite. ⓘEsta frase não é uma tradução da frase em inglês Θα γυρίσω κατά το βραδάκι. |
μεσάνυχταsubstantivo feminino (ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και είτε χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό, π.χ. τα κάλαντα, είτε αναφέρεται στον πληθυντικό για την ορθή απόδοση του μεταφραζόμενου όρου.) O sino tocou à meia-noite. Η καμπάνα χτύπησε τα μεσάνυχτα. |
ξεπέτα(BRA: gíria, sexo casual) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
οινοθήρα
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
μελετώ τη νύχτα
(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.) |
που συμβαίνει κάθε βράδυ
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
βραδινός, νυχτερινός
(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) |
ολονύχτιοςexpressão (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) |
μαύρος σαν κατράμιlocução adjetiva (μεταφορικά) Estava escuro como a noite dentro da caverna. |
απόψεadvérbio (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Nosso voo parte esta noite, às 23:30. Η πτήση μας αναχωρεί απόψε στις 11.30. |
κάθε βράδυlocução adverbial (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) |
τη νύχτα, κατά τη διάρκεια της νύχτας, μέσα στη νύχτα
(φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) Mais abobrinhas haviam surgido da noite para o dia. Και άλλα κολοκύθια είχαν εμφανιστεί κατά τη διάρκεια της νύχτας. |
όλη την νύχτα
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
μέρα-νύχταlocução adverbial (φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) O Edgar tem trabalhado dia e noite para deixar a casa pronta a tempo. |
μέρα νύχταlocução adverbial (φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) |
νυχθημερόν, εικοσιτέσσερεις ώρες το εικοσιτετράωρο
(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) |
το βράδυ, το σούρουποlocução adverbial (φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) |
τη νύχτα, το βράδυlocução adverbial (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Os morcegos só se alimentam à noite. Meu gato normalmente é mais alerta e brincalhão à noite. Οι νυκτερίδες τρέφονται μόνο τη νύχτα. Η γάτα μου είναι συχνά πιο ξύπνια και παιχνιδιάρα το βράδυ. |
τη νύχτα, το βράδυlocução adverbial (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) |
τη νύχταlocução adverbial (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
κατά την διάρκεια της νύχταςlocução adverbial (durante a noite toda) (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) |
κάθε βράδυ, κάθε νύχταlocução adverbial (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
αργά το απόγευμαlocução adverbial (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) |
χθες το βράδυ, χτες βράδυ
(φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) Eu fui para a cama muito cedo ontem à noite, logo após as nove. Πήγα για ύπνο πολύ νωρίς χτες το βράδυ, λίγο μετά τις εννιά. |
αργά το βράδυ, αργά τη νύχταlocução adverbial (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) |
εκείνο το βράδυ, εκείνη τη νύχταlocução adverbial (em uma noite específica anterior) (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Δεκαέξι πλοία βυθίστηκαν εκείνο το βράδυ. Θυμάσαι τι έκανες εκείνο το βράδυ; |
αύριο το βράδυ, αύριο βράδυlocução adverbial (na noite seguinte) (φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) |
κατά τη διάρκεια της νύχταςlocução adverbial (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
απ' τη μια στιγμή στην άλλη(ξαφνικά, απρόσμενα) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
χθες το βράδυlocução adverbial (φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) |
αργά το απόγευμα
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
όλη τη νύχτα, καθόλη τη διάρκεια της νύχταςlocução adverbial (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) |
καληνύχταinterjeição (επιφώνημα: Φανερώνει έντονο συναίσθημα όπως π.χ. έκπληξη, ενθουσιασμό, απογοήτευση, πόνο κλπ.) |
καλησπέραinterjeição (συνάντηση) (επιφώνημα: Φανερώνει έντονο συναίσθημα όπως π.χ. έκπληξη, ενθουσιασμό, απογοήτευση, πόνο κλπ.) "Boa noite, senhor. Você já quer fazer o pedido?", perguntou o garçom. «Καλησπέρα σας κύριε. Είστε έτοιμος να παραγγείλετε»; ρώτησε ο σερβιτόρος. |
όνειρα γλυκά
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
καθημερινή(noite: de 2a a 6a) (συνήθως πληθυντικός) ⓘEsta frase não é uma tradução da frase em inglês Τις καθημερινές δεν επιτρέπω στην κόρη μου να δει τηλεόραση πριν τον ύπνο. |
μπαρότσαρκα(ανεπίσημο) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
ωραία βραδιάexpressão Nós jantamos carne e rimos muito. Foi uma boa noite. Φάγαμε μπριζόλες για δείπνο και γελάσαμε πολύ, ήταν μια ωραία βραδιά. |
δεξίωση γάμου
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
πεταλούδα της νύχτας(eufemismo: prostituta) (ευφημισμός) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
έξι μετά μεσημβρίας(6 P.M., 18:00 horas) (ώρα) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
απογευματινή βάρδια(período noturno de trabalho) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
απόψεlocução adverbial (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) |
παραμονή Πρωτοχρονιάς
(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.) Na noite de ano novo, muitas pessoas vão para festas e soltam fogos de artifício. A noite de ano novo é o 31 de dezembro. Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς πολλοί πηγαίνουν σε πάρτι και ρίχνουν πυροτεχνήματα. Η παραμονή της Πρωτοχρονιάς είναι στις 31 Δεκεμβρίου. |
έξοδοςexpressão (sair para evento social) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
πρεμιέρα(teatro: estreia de um espetáculo) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
το προηγούμενο βράδυ
(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) |
θεματική βραδιά(evento noturno baseado no conceito ou artifício) |
νύχτα γάμου, πρώτη νύχτα του γάμουsubstantivo feminino (primeira noite juntos de um casal recém-casado) (φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.) |
ολονυχτίαexpressão (μεταφορικά) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
σήμερα το βράδυ
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
χορεύω όλη τη νύχτα, χορεύω όλη νύχτα, χορεύω ως το ξημέρωμαlocução verbal (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
εργάζομαι αργά το βράδυ
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
μένω(σε κάποιον ή κάπου) (ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) Μαμά, να κοιμηθώ στην Άννα απόψε; |
δεν έρχομαι σπίτι, δεν γυρίζω(não voltar em casa durante a noite) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
μένω έξω
Estudantes muitas vezes passam a noite fora na balada. Οι φοιτητές συχνά μένουν έξω όλη νύχτα για να διασκεδάσουν. |
κοιμάμαι στο σπίτι κάποιου άλλου(passar a noite/dormir na casa de alguém) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
ολονύχτιοςlocução adjetiva (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) Το ολονύχτιο διάβασμα με εξαντλεί. |
συνεχής, διαρκής, ασταμάτητος, αδιάκοπος(constante) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) A mãe do João está muito doente e precisa de acompanhamento noite e dia. Η μητέρα του είναι πολύ άρρωστη και χρειάζεται συνεχή προσοχή. |
κατάμαυροςlocução adjetiva (μεταφορικά) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) O pelo do gato era negro como a noite. Το τρίχωμα της γάτας ήταν κατάμαυρο. |
απόψεadvérbio (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Vamos sair para jantar hoje à noite. Θα βγούμε για φαγητό απόψε. |
τη νύχτα, για τη νύχτα, το βράδυ, για το βράδυlocução adverbial (φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) Janice ficou por uma noite em um hotel. Η Τζάνις έμεινε σε ένα ξενοδοχείο τη νύχτα. |
σήμερα το βράδυlocução adverbial (esta noite) (φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) |
χθες τη νύχτα
(φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) Houve uma tempestade de neve pesada na área ontem à noite. Χθες τη νύχτα, υπήρξε έντονη χιονόπτωση στην περιοχή. |
το προηγούμενο βράδυlocução adverbial (φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) |
το απόγευμαlocução adverbial (νωρίς, μέχρι τις 7-8) (φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) |
καληνύχταinterjeição (επιφώνημα: Φανερώνει έντονο συναίσθημα όπως π.χ. έκπληξη, ενθουσιασμό, απογοήτευση, πόνο κλπ.) |
καλόν ύπνο
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
οχτώ η ώρα(20h) (β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.) |
δέκα η ώρα
(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.) |
εννέα και μισή, εννιά και μισήlocução adverbial (horário) (το βράδυ) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
μέσα σε μια νύχτα, μέσα σε ένα βράδυ, σε μια νύχτα, σε ένα βράδυlocução adverbial (μεταφορικά) (φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) Tudo pareceu mudar da noite para o dia. Όλα φαίνονταν να αλλάζουν εν μια νυκτί. |
το απόγευμαlocução adverbial (horário) (νωρίς, μέχρι τις 7-8) (φράση ως επίρρημα ή επιρρηματικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. διηγούμαι εν τάχει, περιγράφω με λίγα λόγιακλπ.) |
απόψεsubstantivo masculino (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Esta noite as estrelas estão brilhando intensamente. Απόψε τα αστέρια είναι λαμπερά. |
για καληνύχταlocução adjetiva (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
απόψε
Mal posso esperar por hoje à noite; vou ao cinema assistir aquele filme novo. Ανυπομονώ να έρθει το βράδυ. Θα πάω σινεμά να δω τη νέα ταινία. |
το όριο των 9 μ.μ.substantivo feminino (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
νυχτερινόςlocução adverbial (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) |
της στιγμής
(φράση ως επίθετο ή επιθετικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ. άτομο υψηλής νοημοσύνης, άριστης ποιότητας υλικά κλπ.) Esta canção foi uma sensação da noite para o dia. Αυτό το τραγούδι έγινε το χιτ στη στιγμή. |
καλό βράδυexpressão (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
καλησπέραinterjeição (β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.) |
Ας μάθουμε πορτογαλικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του noite στο πορτογαλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο πορτογαλικά.
Σχετικές λέξεις του noite
Ενημερωμένες λέξεις του πορτογαλικά
Γνωρίζετε για το πορτογαλικά
πορτογαλικά (português) είναι μια ρωμαϊκή γλώσσα εγγενής στην Ιβηρική χερσόνησο της Ευρώπης. Είναι η μόνη επίσημη γλώσσα της Πορτογαλίας, της Βραζιλίας, της Αγκόλας, της Μοζαμβίκης, της Γουινέας-Μπισάου, του Πράσινου Ακρωτηρίου. Τα Πορτογαλικά έχουν μεταξύ 215 και 220 εκατομμύρια φυσικούς ομιλητές και 50 εκατομμύρια ομιλητές δεύτερης γλώσσας, ήτοι συνολικά περίπου 270 εκατομμύρια. Τα πορτογαλικά συχνά αναφέρονται ως η έκτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, τρίτη στην Ευρώπη. Το 1997, μια ολοκληρωμένη ακαδημαϊκή μελέτη κατέταξε τα πορτογαλικά ως μία από τις 10 γλώσσες με τη μεγαλύτερη επιρροή στον κόσμο. Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία της UNESCO, τα πορτογαλικά και τα ισπανικά είναι οι ταχύτερα αναπτυσσόμενες ευρωπαϊκές γλώσσες μετά τα αγγλικά.