Τι σημαίνει το dice στο Αγγλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης dice στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του dice στο Αγγλικά.

Η λέξη dice στο Αγγλικά σημαίνει ζάρι, κόβω σε κυβάκια, ζάρια, πεθαίνω, πεθαίνω από κτ, σβήνω, πεθαίνω, τα φτύνω, σβήνω, πεθαίνω, πεθαίνω για κπ/κτ, ζάρι, σφραγίδα, φιλιέρα, σβήνω, πεθαίνω, -, σφραγίζω, πειραγμένα ζάρια, με τίποτα, με την καμία. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης dice

ζάρι

noun (die: cube with dots for gambling, etc.)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
Do we use one dice or two for this game?
Χρησιμοποιούμε ένα ή δύο ζάρια γι' αυτό το παιχνίδι;

κόβω σε κυβάκια

transitive verb (cooking: cut into cubes)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Adam diced the onion and fried it in the oil.
Ο Άνταμ έκοψε σε κυβάκια το κρεμμύδι και το τηγάνισε στο λάδι.

ζάρια

noun (uncountable (craps: form of gambling)

(ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και είτε χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό, π.χ. τα κάλαντα, είτε αναφέρεται στον πληθυντικό για την ορθή απόδοση του μεταφραζόμενου όρου.)
The friends were playing a game of dice.

πεθαίνω

intransitive verb (cease to live)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
Joe's grandfather died of a heart attack last Friday.
ⓘΑυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Μετά από μακρόχρονη μάχη με τον καρκίνο, υπέκυψε την περασμένη εβδομάδα.

πεθαίνω από κτ

(be killed by: illness, etc.)

Joe's grandfather died of a heart attack last Friday.
Ο παππούς του Τζόυ πέθανε από καρδιακή προσβολή την περασμένη Παρασκευή.

σβήνω, πεθαίνω

intransitive verb (figurative (disappear, end) (μεταφορικά)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
My love for you will never die.
Η αγάπη μου για σένα δεν θα σβήσει ποτέ.

τα φτύνω

intransitive verb (figurative, informal (stop working) (μεταφορικά, καθομιλουμένη)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
I think the toaster has died.
Νομίζω ότι η τοστιέρα χάλασε.

σβήνω

intransitive verb (figurative (stop burning)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
The flame died after three hours.
Η φλόγα έσβησε μετά από τρεις ώρες.

πεθαίνω

(informal (abandon [sb] by dying) (με αντωνυμία)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
"Don't you die on me!" she pleaded tearfully.
«Μη μου φύγεις!», παρακάλεσε κλαίγοντας.

πεθαίνω για κπ/κτ

(give your life for a cause, person)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
I love my children so much, I would die for them.

ζάρι

noun (cube with dots for games)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
It's your turn to throw the die.
Είναι η σειρά σου να ρίξεις το ζάρι.

σφραγίδα

noun (tool for stamping)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
The die was ready to start stamping the metal into disks.

φιλιέρα

noun (tool for threading screws)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)
You need a three eighth inch die for that job.

σβήνω, πεθαίνω

intransitive verb (figurative (languish) (μεταφορικά)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
The project died when everybody lost interest in it.
Το έργο έσβησε όταν όλοι έχασαν το ενδιαφέρον τους.

-

transitive verb (suffer a given kind of death) (Δεν υπάρχει αντιστοιχία.)

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)
He died a painful death.
Βρήκε οδυνηρό θάνατο.

σφραγίζω

transitive verb (shape or stamp with die)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

πειραγμένα ζάρια

noun (dice weighted for cheating) (για απάτη)

(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.)
Don't gamble with him; that fellow uses loaded dice.

με τίποτα, με την καμία

interjection (US, slang (expressing refusal) (καθομιλουμένη)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
No dice, Joe, you aren't going to borrow my car.

Ας μάθουμε Αγγλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του dice στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.

Σχετικές λέξεις του dice

Γνωρίζετε για το Αγγλικά

Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.