Τι σημαίνει το fade στο Αγγλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης fade στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του fade στο Αγγλικά.

Η λέξη fade στο Αγγλικά σημαίνει ξεθωριάζω, σβήνω, εξασθενώ, υποχωρώ, σβήνω, χάνομαι, εξασθενώ, χαμηλώνω, ξεθωριάζω, σβήνω, εμφανίζομαι σιγά-σιγά, βλέπω κτ σιγά-σιγά, ξεθωριάζω, σβήνω, θολώνω, σταδιακή εμφάνιση, σταδιακή αύξηση, <div></div><div>(<i>β' συνθετικό</i>: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλό<i>βαθμος</i>, χαμηλό<i>βαθμος</i>κλπ.)</div>. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης fade

ξεθωριάζω

intransitive verb (colour: become paler)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
The colors faded a little bit in the wash.
Τα χρώματα ξεθώριασαν λίγο στο πλύσιμο.

σβήνω

intransitive verb (figurative (dissipate or decrease) (μεταφορικά)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
Amanda sat and watched the light fade at dusk.
Η Αμάντα καθόταν και έβλεπε το φως της ημέρας που χανόταν στο σούρουπο.

εξασθενώ

intransitive verb (figurative (memory: become less vivid)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
Tom's memories faded after a while, and now he couldn't remember what his first dog looked like.
Η αναμνήσεις του Τομ εξασθένησαν με τον καιρό και τώρα δεν μπορούσε να θυμηθεί, πως ήταν εμφανισιακά ο πρώτος του σκύλος.

υποχωρώ

intransitive verb (figurative (feeling: diminish)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
Peter took the pills and waited for the pain to fade.
Ο Πέτρος πήρε τα χάπια και περίμενε να υποχωρήσει ο πόνος.

σβήνω, χάνομαι

intransitive verb (disappear into the distance) (μεταφορικά)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
Ryan looked out of the back of the boat and watched the land fade from view.

εξασθενώ, χαμηλώνω

intransitive verb (sound: become quieter)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
Kate listened as the sound of the train faded into the distance.

ξεθωριάζω, σβήνω

phrasal verb, intransitive (grow fainter or less distinct)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
From here, it looks like the mountains fade away into the distance. The further we walked from the disco, the more the music faded away.
Από εδώ τα βουνά φαίνονται να ξεθωριάζουν στην απόσταση. Όσο πιο πολύ απομακρυνόμαστε από τη ντίσκο, τόσο περισσότερο έσβηνε η μουσική.

εμφανίζομαι σιγά-σιγά

phrasal verb, intransitive (appear gradually on screen)

As the scene fades in, we hear rain pattering on a roof.

βλέπω κτ σιγά-σιγά

(viewer: see gradually appear)

At the opening of the movie, we fade in on a scene of a family at the dinner table.

ξεθωριάζω, σβήνω

phrasal verb, intransitive (sound: grow fainter)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
As the car went into the tunnel the radio signal faded out.
Καθώς το αυτοκίνητο έμπαινε στο τούνελ, το σήμα του ραδιοφώνου άρχισε να χάνεται.

θολώνω

phrasal verb, intransitive (figurative (person: lose awareness) (μεταφορικά)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
As he listened to the boring speech again he began to fade out, then finally fell asleep.
Καθώς άκουγε για άλλη μια φορά τη βαρετή ομιλία, τα μάτια του άρχισαν να βαραίνουν και τελικά αποκοιμήθηκε.

σταδιακή εμφάνιση

noun (film: image appearing)

σταδιακή αύξηση

noun (slow volume increase) (ορατότητας, έντασης)

<div></div><div>(<i>β' συνθετικό</i>: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλό<i>βαθμος</i>, χαμηλό<i>βαθμος</i>κλπ.)</div>

noun (image, sound: gradual fading)

The scene ended in a shot of birds flying over the ocean, then a fade-out.

Ας μάθουμε Αγγλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του fade στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.

Σχετικές λέξεις του fade

Γνωρίζετε για το Αγγλικά

Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.