Τι σημαίνει το friendly στο Αγγλικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης friendly στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του friendly στο Αγγλικά.
Η λέξη friendly στο Αγγλικά σημαίνει φιλικός, φιλικός, έχω φιλικές σχέσεις με κπ, έχω καλές σχέσεις, φιλικός, φιλικός, φιλικά, φιλικός, φιλικός προς τα παιδιά, φιλικός προς το περιβάλλον, φιλικός προς το περιβάλλον, φιλική συζήτηση, φιλική κουβέντα, φιλικά πυρά, φίλια πυρά, φιλικές σχέσεις, φιλική υπενθύμιση, έχω φιλικές σχέσεις με κπ, γίνομαι φίλος με κπ, συμπεριφέρομαι υπερβολικά φιλικά σε κπ, απλώνω χέρι, φιλικά, εγκάρδια, φιλικά, φιλικός, φιλικός προς το όζον, φιλικός προς τα κατοικίδια, φιλικός προς τις μηχανές αναζήτησης, φιλικός προς τις μηχανές αναζήτησης, εύκολος στην χρήση. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης friendly
φιλικόςadjective (warm, sympathetic) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) He's such a friendly person. Everyone likes him. Είναι τόσο φιλικό άτομο! Όλοι τον συμπαθούν. |
φιλικός(warm, kind) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) She was friendly to the new girl, who appreciated her kindness. Ήταν φιλική με το καινούριο κορίτσι, το οποίο εκτίμησε την καλοσύνη της. |
έχω φιλικές σχέσεις με κπ(on close terms) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Are you friendly with your next-door neighbours? Έχεις φιλικές σχέσεις με τους γείτονες σου; |
έχω καλές σχέσειςadjective (on good terms) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Although I hardly know her, we are friendly. Παρότι την γνωρίζω ελάχιστα, έχω καλές σχέσεις μαζί της. |
φιλικόςadjective (often as suffix (easy to use) (μεταφορικά: στο χρήστη) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) This video game isn't very adult friendly; my son can play it but I don't understand how it works! Αυτό το ηλεκτρονικό παιχνίδι δεν είναι πολύ φιλικό προς τους ενήλικες. Ο γιος μου μπορεί και το παίζει αλλά εγώ δεν καταλαβαίνω πως λειτουργεί! |
φιλικόςadjective (coming from one's own army) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) A soldier died from friendly fire after some other soldiers mistook him for the enemy. |
φιλικάadverb (US (in a friendly manner) (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) He acted friendly with her, even though he hated her. Της φερόταν φιλικά, παρόλο που τη μισούσε. |
φιλικόςnoun (UK (sports: non-tournament game) (αθλητικά) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) The two national teams will play a friendly next Saturday. Οι δύο εθνικές ομάδες θα δώσουν έναν φιλικό αγώνα το άλλο Σάββατο. |
φιλικός προς τα παιδιάadjective (accommodating children's needs) (φράση ως επίθετο ή επιθετικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ. άτομο υψηλής νοημοσύνης, άριστης ποιότητας υλικά κλπ.) Some companies have become child friendly, offering on-site daycare facilities. // The menu looks good, but is it a child-friendly restaurant? |
φιλικός προς το περιβάλλονadjective (environmentally safe) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Eco-friendly cleaning products do not contain harsh chemicals. |
φιλικός προς το περιβάλλονadjective (ecologically sound) (φράση ως επίθετο ή επιθετικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ. άτομο υψηλής νοημοσύνης, άριστης ποιότητας υλικά κλπ.) Using disposable bottles is not environmentally friendly. Τα μπουκάλια μιας χρήσεως δεν είναι φιλικά προς το περιβάλλον. |
φιλική συζήτηση, φιλική κουβένταnoun (informal conversation) (ανεπίσημη συζήτηση) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Her boss asked her into his office for "a friendly chat", but she knew she was in trouble! |
φιλικά πυρά, φίλια πυράnoun (military) |
φιλικές σχέσειςplural noun (good terms, amicable relationship) (ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους και είτε χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό, π.χ. οι γιορτές (χρονική περίοδος), είτε αναφέρεται στον πληθυντικό για την ορθή απόδοση του μεταφραζόμενου όρου.) Patrick had always tried to maintain friendly relations with his neighbours. |
φιλική υπενθύμισηnoun (gentle prompt) Just a friendly reminder, tomorrow is my birthday. |
έχω φιλικές σχέσεις με κπadjective (on good or intimate terms with) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) I'm friendly with people at work; we get along fine. Έχω φιλικές σχέσεις με τους συναδέλφους στη δουλειά. Τα πάμε καλά. |
γίνομαι φίλος με κπ(informal (make friends) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
συμπεριφέρομαι υπερβολικά φιλικά σε κπ(informal (behave in overfamiliar way) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
απλώνω χέρι(informal, figurative (make sexual advances) (μεταφορικά) |
φιλικά, εγκάρδιαadverb (cordially, warmly) (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) I greeted him in a friendly way. |
φιλικάadverb (amicably) (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) I argued with my cousin but now we're back on friendly terms. |
φιλικόςadjective (amicable) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) |
φιλικός προς το όζονadjective (product, chemical) (φράση ως επίθετο ή επιθετικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ. άτομο υψηλής νοημοσύνης, άριστης ποιότητας υλικά κλπ.) |
φιλικός προς τα κατοικίδιαadjective (that welcomes domestic animals) (φράση ως επίθετο ή επιθετικός προσδιορισμός: Σύνολο λέξεων που περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ. άτομο υψηλής νοημοσύνης, άριστης ποιότητας υλικά κλπ.) The motel was pet friendly so my brother could bring his two best friends, his dogs. |
φιλικός προς τις μηχανές αναζήτησηςadjective (web page: returned via search) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) The tutorial explains how to build a search-friendly website. |
φιλικός προς τις μηχανές αναζήτησηςadjective (web page: returned via search) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) You need to make your website as search-engine friendly as possible. |
εύκολος στην χρήσηadjective (easy to use) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) I've never seen a computer that was more user-friendly. |
Ας μάθουμε Αγγλικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του friendly στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.
Σχετικές λέξεις του friendly
Συνώνυμα
Ενημερωμένες λέξεις του Αγγλικά
Γνωρίζετε για το Αγγλικά
Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.