Τι σημαίνει το path στο Αγγλικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης path στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του path στο Αγγλικά.
Η λέξη path στο Αγγλικά σημαίνει μονοπάτι, δρόμος, διαδρομή, πορεία, τροχιά, κάνω ουρά, μονοπάτι, ποδηλατόδρομος, ποδολατόδρομος, μονοπάτι ιππασίας, μονοπάτι για ιππασία, ποδηλατόδρομος, ίχνος πτήσης, μονοπάτι στο δάσος, μονοπάτι κήπου, ξεγελάω, κοροϊδεύω, μακριά από τουριστικά μέρη, δρόμος, μικρή λάμπα που φωτίζει μονοπάτι, λαμπίτσα που φωτίζει μονοπάτι, σωστός δρόμος, απότομο/απόκρημνο μονοπάτι. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης path
μονοπάτιnoun (trail) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) This path through the woods gets muddy on occasion. Το μονοπάτι μέσα από το δάσος έχει λάσπες μερικές φορές. |
δρόμοςnoun (figurative (way) (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) The path to success has many potholes. Ο δρόμος προς την επιτυχία έχει πολλές λακκούβες. |
διαδρομή, πορείαnoun (course, line) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) The path through the landmines is tricky. Follow the map closely. |
τροχιάnoun (figurative (orbit) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) The comet's path will take it close to earth. |
κάνω ουράverbal expression (figurative (be keen to meet with [sb]) (μεταφορικά: ανυπομονώ) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) If you have a good idea, investors will beat a path to your door. Αν έχεις μια καλή ιδέα, οι επενδυτές θα κάνουν ουρά για να σε γνωρίσουν. |
μονοπάτιnoun (well-trodden path or route) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) If we wander off the beaten track, we'll probably get lost. |
ποδηλατόδρομοςnoun (cycling route, track) (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) A 28-kilometre cycle path runs from Balloch to Tarbet. |
ποδολατόδρομος(bicycle path) (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) |
μονοπάτι ιππασίαςnoun (UK (law: right of way) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
μονοπάτι για ιππασίαnoun (path used for horseriding) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
ποδηλατόδρομοςnoun (path for cyclists) (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) The cycle lane ends here so you have to join the rest of the traffic. |
ίχνος πτήσης(craft trajectory) (φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) |
μονοπάτι στο δάσοςnoun (path in a woodland area) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) They strolled down the forest path until they came to a beautiful clearing. |
μονοπάτι κήπουnoun (paved walkway) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) He failed to notice the bright flowers as he walked down the cool garden path. |
ξεγελάω, κοροϊδεύωverbal expression (informal, figurative (deceive) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) I never suspected he was just leading me down the garden path. |
μακριά από τουριστικά μέρηexpression (away from tourist routes) (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) We prefer to eat with the locals in small restaurants off the beaten track. |
δρόμοςnoun (figurative (way to make progress) (μεταφορικά: προς κάτι) (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) |
μικρή λάμπα που φωτίζει μονοπάτι, λαμπίτσα που φωτίζει μονοπάτιnoun (small lamp illuminating a pathway) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
σωστός δρόμοςnoun (figurative (appropriate course or direction) (μεταφορικά) |
απότομο/απόκρημνο μονοπάτιnoun (sharply-sloping walkway) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) A steep path led up to the old house. |
Ας μάθουμε Αγγλικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του path στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.
Σχετικές λέξεις του path
Συνώνυμα
Ενημερωμένες λέξεις του Αγγλικά
Γνωρίζετε για το Αγγλικά
Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.